Καπετάν Μητρομάρας ~ για να μη θυμόμαστε τα ψέματα και ξεχνάμε τις αλήθειες...

Το 1768 ξέσπασε ο Α’ Ρωσοτουρκικός πόλεμος. Στον ελλαδικό χώρο υπό την Μ. Αικατερίνη υποκινήθηκαν κινήματα αντιπερισπασμού εναντίον των Τούρκων (Ορλωφικά κ.λπ.) με σπουδαίο αλλά ξεχασμένο τον αγώνα του αρματολού Αρβανίτη Μητρομάρα ή Μητρο Λέκκα.

Ο ηρωικός Μητρομαρας, ο Καπετάνιος του Αργοσαρωνικού με τους άνδρες του, τους περίφημους «Λεμπέσηδες», είχε μυηθεί στα σχέδια των Ρώσων και εκμεταλλεύθηκε την κάθοδο του ρωσικού στόλου υπό τους Ορλώφ για να οργανώσει ένα σώμα ελληνοφώνων και αλβανοφώνων πολεμιστών και να ξεκινήσει έναν αγώνα κατά των Τούρκων. Ο ιστορικός και λογοτέχνης Διονύσιος Κόκκινος τον αναφέρει ως φοβερό κουρσάρο και θαλασσόλυκο, αρχηγό πειρατικού στόλου που φέρνει τους Τούρκους σε απόγνωση .

Το 1770 νικάει σώμα τουρκικού στρατού στην Κακιά Σκάλα και ακολούθως μπαίνει στα Μέγαρα, αφού μεταφέρει τα γυναικόπαιδα στη Σαλαμίνα, που έκτοτε έγινε η βάση και το ορμητήριό του. Το 1771 το κίνημα που είχαν οργανώσει οι Ορλώφ, εξέπνευσε αλλά ο Μητρομάρας, συνέχισε χωρίς δισταγμό με περίσσιο θάρρος την δράση του. Ύψωσε τη ρωσική σημαία στη Σαλαμίνα, εξόπλισε εκεί το καΐκι του, μάζεψε γύρω του όλους τους καπετάνιους του νησιού, καθώς και άλλους από τα πλησιόχωρα παράλια της Πελοποννήσου και εξελίχθηκε σε φοβερό επιδρομέα και πολεμιστή . Τον Φεβρουάριο του 1772 κατέφυγε πληγωμένος στο Αγκίστρι όπου πέθανε από τις πληγές του. Οι Τούρκοι τότε ήρθαν στο Αγκίστρι θανάτωσαν με μαρτυρικό τρόπο, ρίχνοντας τους σε τσιγκέλια, τους άνδρες του Μητρομάρα και πούλησαν σκλάβες όλες τις γυναίκες.


Η κλέφτικη παράδοση περιέβαλε με μυθική αίγλη το πρόσωπο του Μητρομάρα. Σύμφωνα με λαϊκό θρύλο ο Μητρομάρας φαίνεται ότι ήταν τσοπάνης και έβοσκε βόδια μέχρι την μέρα που συνάντησε κάποιον Αγιορείτη καλόγερο. Ο καλόγερος πηγαίνοντας να πιει νερό σε μια πηγή ξέχασε το μαχαίρι του, το οποίο βρήκε κατά σύμπτωση ο Μητρομάρας που έτρεξε να τον προλάβει. Ο καλόγερος για να τον ευχαριστήσει τού χάρισε ένα κομμάτι Τίμιο Ξύλο. Από τότε ο γενναίος Αρβανίτης έγινε τρομερός και άτρωτος τόσο πολύ, ώστε, όταν πήγαινε να ξυριστεί και είχε πάνω του το Τίμιο Ξύλο, έσπαζαν τα ξυράφια. Πήγε έπειτα, στον Πειραιά και τού έκαναν εκεί ένα σπαθί, που ήταν τόσο βαρύ, ώστε δεν μπορούσε κανείς να το βγάλει από το θηκάρι του. Οταν δε κάποτε επρόκειτο να πολεμήσει με τους Τούρκους, το τράβηξε κι έκοψε μπροστά τους μια μαρμαρένια κολώνα. Εκείνοι όταν το είδαν αυτό, τρόμαξαν τόσο πολύ που σηκώθηκαν κι έφυγαν.

Άλλος θρύλος πάλι βεβαιώνει για το σπαθί του Μητρομάρα ότι δόθηκε στον Κολοκοτρώνη, λέγεται δε σχετικά στην Κούλουρη το δίστιχο:

«Του Μητρομάρα το σπαθί
Κολοκοτρώνης το φορεί».

Επίσης λαϊκή μούσα έψαλε το θάνατο του ήρωα λέγοντας:

«Ένα πουλί,θαλασσινό πουλί,κι ένα Μοραϊτάκι,
τα δυο εκουβεντιάζανε,κρυφή κουβέντα ελέγαν.
Πες μου πουλί,καλό πουλί,κανέν’καλό χαμπέρι.
-Καλή αρμάδα σκόρπισε και τα καράβια φύγαν,
κι ο Μητρομάρας άρρωστος βαρειά για να πεθάνη.
Τον κλαίνε χώρες και χωριά,χωριά και βιλαέτια,
τον κλαίν’τα παλληκάρια του,τον κλαίν’κι οι ψυχογιοί του.
Όπως τον κλαίει ο Στεφανής,όχι κανένας άλλος.
Για σήκω πάνω Μήτρο μου και καπετάν Δημήτρη,
για να βαφτίσης ένα παιδί,να βγάλης τ’όνομά σου.
-Φωτιά να κάψη το παιδί και λαύρα την κουμπάρα.
Εγώ σάς λέω δεν μπορώ και σεις μού λέτε σήκω.
Για πιάστε με να σηκωθώ και βάλτε με να κάτσω,
και δέστε το κεφάλι μου μ’ένα χρυσό μαντήλι,
και φέρτε μου κι έναν παπά να με ξεμολογήση,
να ξέρη από λόγου του,να μού τα συγχωρήση.
Αφήνω το ντουφέκι μου στην Παναγιά στην Τήνο,
αφήνω τα κουμπούρια μου πάνω στον Άη Μελέτη,
αφήν’το θλιβερό σπαθί μέσ’την Φανερωμένη».

Στο Μεγαλοχώρι Αγκιστρίου απέναντι από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου ακόμα και σήμερα μπορεί κάποιος να διακρίνει ένα πέτρινο οστεοφυλάκιο, που σύμφωνα με μαρτυρίες χτίστηκε το 1814 από τον τότε Δεσπότη της μητρόπολης της Αίγινας, Γεράσιμο τον Ράλλη, όπου βρίσκονται θαμμένα τα οστά τόσο του ηρωικού και κουρσάρου Αρβανίτη Μητρομάρα όσο και των παλικαριών που απάρτιζαν τα πληρώματα των πλοίων του. Στέκεται εκεί πληγωμένο από το πέρασμα των χρόνων περιμένοντας κάποτε να πάρει τη θέση που δικαιωματικά αξίζει σε όλους εκείνους τους γενναίους άνδρες που δεν έσκυψαν το κεφάλι και πολέμησαν για την ελευθερία και την πατρίδα τους με τον αγώνα τους να αποτελεί μία ιδιαίτερη σελίδα της Ελληνικής Ιστορίας.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Κόκκινος Διονύσιος, Η Ελληνική Επανάσταση, εκδόσεις Μέλισσα 1974.
2. Συλλογικό έργο, Η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, εκδοτική Αθηνών 1972.
3. Εγκυκλοπαίδεια, Πάπυρος – Λαρούς – Μπριτάνικα, εκδόσεις Πάπυρος

http://neaepohi.gr/index.php/saronikos-news/agkistri/mitromaras-i-mitro-lekkas-m ia-selida-tis-ellinikis-istorias-sto-agkistri.html

http://www.zougla.gr/blog/article/497611