Τα θολά νερά του εθνολαϊκισμού

του Πάνου Λουκάκου - athensvoice.gr
Είναι ίσως χρήσιμο να δούμε για μία ακόμη φορά τα κεντρικά δεδομένα του Μακεδονικού ζητήματος, πέρα από αφορισμούς και ανοησίες, που συχνά το έχουν συνοδεύσει και στην Αθήνα και στα Σκόπια:
Πρώτον, με τις συνθήκες του Βουκουρεστίου του 1913 και του Νεϊγύ του 1919, μετά τους δύο Βαλκανικούς Πολέμους και την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας διαμοιράσθηκε μεταξύ της Ελλάδας σε ποσοστό 51%, της Σερβίας 39% και της Βουλγαρίας 9%.

-->
Δεύτερον, τη διαίρεση αυτή την αποδέχτηκε πλήρως η ελληνική πλευρά και το Υπουργείο Εξωτερικών αναφερόταν παγίως έως το 1991, σε όλα τα επίσημα έγγραφά του, σε Γιουγκοσλαβική Μακεδονία και Βουλγαρική Μακεδονία.
Τρίτον, η Ελλάδα είχε εξαρχής και αδιαμαρτύρητα αποδεχθεί την ονομασία Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας, όταν ο Τίτο την κατέστησε ομόσπονδο κράτος μέλος της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας.
Τέταρτον, η Ελλάδα έχει αποδεχθεί ήδη από το 1993 ως προσωρινή ονομασία του κράτους αυτού το «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Πέμπτον, ήδη από το 2008 στο Βουκουρέστι επί κυβερνήσεως Νέας Δημοκρατίας, πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή και υπουργού Εξωτερικών Ντόρας Μπακογιάννη, η Ελλάδα έχει αποδεχθεί τη «σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό για όλες τις χρήσεις», που βεβαίως αυτονόητα συμπεριλαμβάνει και τον όρο «Μακεδονία».
Έκτον, η συντριπτική πλειοψηφία των κρατών της υφηλίου έχει ήδη επισήμως αναγνωρίσει το κράτος αυτό ως Δημοκρατία της Μακεδονίας και τους κατοίκους του ως «Μακεδόνες» και έτσι από το 1991 παγκοσμίως αποκαλούνται.
Αυτά σε ό,τι αφορά το παρελθόν. Σε ό,τι αφορά το παρόν και το μέλλον, τα κεντρικά δεδομένα είναι τα ακόλουθα:
Ο πληθυσμός της γειτονικής χώρας είναι μόλις 2 εκατομμύρια, εκ των οποίων 64% δηλώνει «Σλαβομακεδόνες», 30% Αλβανοί και υπόλοιποι Τούρκοι, Σέρβοι, Βούλγαροι και Ρομά.
Οι ένοπλες δυνάμεις της αποτελούνται από 8.000 άνδρες έναντι 161.000 της Ελλάδας, 12 αεροσκάφη έναντι 600 της Ελλάδας και 31 τεθωρακισμένα έναντι 1.345 της Ελλάδας.
Η εσωτερική κατάσταση στο κράτος αυτό ήταν και παραμένει συγκεχυμένη και ασταθής, καθώς συγκρούονται συχνά Σλαβομακεδονικοί, Αλβανικοί, Σερβικοί και Βουλγαρικοί εθνικισμοί.
Την ώρα αυτή είναι έκδηλες και έντονες οι προσπάθειες της Τουρκίας και της Ρωσίας να διεισδύσουν και να καταστήσουν τα Σκόπια, εν είδει προτεκτοράτου, μοχλό και προγεφύρωμά τους στα κεντρικά Βαλκάνια. Για τον λόγο αυτόν Μόσχα και Άγκυρα υπήρξαν αντίθετες και συστηματικά τορπίλησαν κάθε προσπάθεια εξεύρεσης λύσης με την Ελλάδα. Η μεν Ρωσσία για να μην ενταχθεί το κράτος αυτό στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, ώστε να περιέλθει στην απόλυτη επιρροή της, η δε Τουρκία γιά να παραμείνει ασταθές και παραπαίον, ώστε να  γίνεται ευκολότερα αποδεκτή η «προστασία» της.
Ας καταλήξουμε, λοιπόν, στα αυτονόητα συμπεράσματα που προκύπτουν. 
Αποτελεί καθαρή ανοησία η άποψη ότι «η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική», αφού είναι δεδομένο και από όλους αποδεκτό ότι η γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας έχει εδώ και έναν αιώνα διαμοιρασθεί ανάμεσα σε τρεις χώρες, όπως ανοησία είναι και να πιστεύει κανείς ότι μπορεί να εξαφανισθεί ο επισήμως χρησιμοποιούμενος εδώ και 70 χρόνια όρος Μακεδονία και Μακεδόνες στην ονομασία του κράτους και των κατοίκων του.
Αποτελεί καθαρή ανοησία, δεδομένου και του συσχετισμού δυνάμεων, να υποστηρίζεται ότι το γειτονικό κράτος, ως έχει, μπορεί να καταστεί απειλή για την Ελλάδα.
Αποτελεί επικίνδυνη άγνοια της πραγματικότητας, όμως, να μην αντιλαμβάνεται κανείς ότι συμφέρει απολύτως την Ελλάδα η ύπαρξη στα βόρεια σύνορά της ενός φιλικού, σταθερού και ενταγμένου στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση κράτους, αντί μιας χαοτικά αποσταθεροποιημένης οντότητας, έρμαιου της Αλβανίας, της Βουλγαρίας, της Σερβίας, της Τουρκίας και της Ρωσίας. Αυτός είναι ο πραγματικός κίνδυνος για την Ελλάδα και όχι οι αλυτρωτικές προπαγάνδες κάποιων εθνικιστών Σκοπιανών, που με δεδομένους τους συντριπτικούς υπέρ της Ελλάδας συσχετισμούς δυνάμεων σε στρατιωτικό, οικονομικό και πολιτικό πεδίο αποτελούν άνευ σημασίας παραληρηματικές γραφικότητες.
Στον βαθμό που ευσταθούν οι σκέψεις αυτές, αποτελεί ακραίο παραλογισμό να μη θεωρηθεί θετικότατη εξέλιξη για την Ελλάδα και την ευρύτερη περιοχή η συμφωνία Τσίπρα - Ζάεφ και παράλληλα σημαντική και θαρραλέα επιτυχία των δύο πρωθυπουργών. Αποτελεί διαιώνιση του ανορθολογισμού, της δημαγωγίας και του εθνολαϊκισμού η εμμονή στη μη επίλυση ενός χρόνιου προβλήματος της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, το οποίο με παρόμοιο τρόπο θα είχε λύσει από το 1992 ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, αν δεν είχε μπλέξει στα πόδια του ο τότε υπουργός Εξωτερικών Αντώνης Σαμαράς και αν δεν είχε δημαγωγικά αντιδράσει, ψαρεύοντας στα θολά νερά των εθνολαϊκιστών, των φανατικών, των ιερέων και των καντηλαναφτών, ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Ανδρέας Παπανδρέου. Θα αποτελέσει δε τραγική ειρωνία της τύχης και σημείο των πολιτικών καιρών στον ρόλο του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη να βρεθεί σήμερα ο Α. Τσίπρας και στον ρόλο του Ανδρέα Παπανδρέου ο Κυριάκος Μητσοτάκης.