Ο Μανώλης Μαυροματάκης μιλά για όλα...και για τα πρώτα του βήματα στη Θεατρική Ομάδα της Κούλουρης (ΘΟΚ)


του 
Γιώργου Βουδικλάρη - efsyn.gr

Ο Μανώλης Μαυροματάκης, άνθρωπος με βαθιά και δομημένη σκέψη πάνω στην Τέχνη του και ισχυρό αυτοσαρκασμό, συγκαταλέγεται στους πληρέστερους και πλέον καταξιωμένους ηθοποιούς της γενιάς του συνδυάζοντας την αποδοχή της κριτικής με την αγάπη του κοινού.

Φέτος το καλοκαίρι θα τον βρει σε περιοδεία με τον «Λουκή Λάρα» του Δημητρίου Βικέλα, σε σκηνοθεσία Λευτέρη Γιοβανίδη. Με αυτή την αφορμή συναντηθήκαμε και μιλήσαμε για τον ρόλο του, τις καταβολές του και τις συμπτώσεις που τον οδήγησαν στο θέατρο, τη διαφήμιση που τον στοίχειωσε και τον έκανε γνωστό στους πάντες, το αέναο παρόν του ηθοποιού.

● Ο ηθοποιός είναι κατ’ αρχάς αυτό που κάνει τώρα;

Ναι, κατ’ αρχάς είναι αυτό. Κι είναι μια αφορμή για να κάνεις αναστοχασμό. Ασυνείδητα πολύ συχνά, ασυναίσθητα ίσως. Γιατί πρέπει να κάνεις δικό σου κάτι που είναι ξένο. Οπότε πρέπει να βρεις καταρχάς τεχνικά πράγματα: πότε και πώς θα αναπνεύσεις. Πώς σταματάς. Πώς κινείται το πόδι σου, αν είναι λυγισμένα τα γόνατά σου. Αυτά είναι πολύ βασικά πράγματα για να μπορέσεις να φέρεις ένα ξένο σώμα μέσα σου. Ενα ξένο κείμενο.

● Χαίρομαι που τα λέμε αυτά. Γιατί κάποτε υπήρχε η θολή εντύπωση ότι η υποκριτική είναι μεταφυσική, ότι γίνεσαι ένας άλλος.

Μεταφυσική πιο πολύ είναι το ποιος είσαι. Οχι ο άλλος που γίνεσαι. Είναι δύσκολο να καταλάβεις ποιος είσαι, κι εσύ και οι άλλοι.

● Τα τωρινά λοιπόν είναι «Λουκής Λάρας» σε σκηνοθεσία Λευτέρη Γιοανίδη.

Θα περιοδεύσει πρώτα και μετά θα παιχτεί στη μικρή Σκηνή Ωμέγα του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Θα κάνουμε πολλούς σταθμούς, αλλά με την αβεβαιότητα που υπάρχει το πρόγραμμα είναι υπό διαμόρφωση. Ενας φίλος μου λέει: Το να προγραμματίσω τη σημερινή και την αυριανή μέρα, το καταλαβαίνω. Το μεθαύριο είναι μεταφυσική!



● Αφορμή για το «Λουκής Λάρας» είναι η εθνική επέτειος. Πλην όμως ο Λουκής Λάρας δεν είναι ένα ηρωικό πρόσωπο –μάλλον το αντίθετο.

Κι ένα αντιηρωικό πρόσωπο είναι ηρωικό, γιατί είναι ήρωας της ζωής. Μέσα στο κείμενο λέει ότι ο Λουκής δεν ήταν πολεμιστής κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του ’21, ήταν ένας έμπορος ο οποίος επέμεινε να παραμείνει έμπορος, να μπορέσει να ζήσει τον εαυτό του και την οικογένειά του. Ξέρει ότι δεν μπορεί να γίνει πολεμιστής, γιατί είναι σωματικά μικρός και αγύμναστος και δεν διαπνέεται από αισθήματα πατριωτισμού, κυρίως λόγω της αμάθειάς του.

Λέει: «Οταν είδα όλη την καταστροφή που συνέβη γύρω μου, τα βάσανα των περί εμέ, τότε ανεφλέγη το πυρ του πατριωτισμού το εις την ψυχή μου κρυπτόμενον, και τότε απεφάσισα να αποκτήσω μάθησιν διά να εννοήσω την ζωήν μου και να γίνω άνθρωπος». Αυτό είναι το κέντρο της διδασκαλίας του Διαφωτισμού! Υπερβαίνει τον εαυτό του. Αυτός κι η οικογένειά του γλιτώνουν τον διωγμό και καταλήγουν στην προσφυγιά. Οπως έρχονται τώρα από τη Συρία αστοί, έτσι κι αυτός είναι εκπρόσωπος της μεσαίας τάξης.

● Εχουν τη δική τους γοητεία αυτά τα πρόσωπα. Βρίσκονται μέσα στα γρανάζια της Ιστορίας και η ζωή τους διαμορφώνεται και καταστρέφεται.

Είχαμε μια κουβέντα με την ιστορικό Μαρία Ευθυμίου και μας έλεγε ότι το 3% των ανθρώπων πολεμάει στις επαναστάσεις. Ολοι οι άλλοι προσπαθούν να συνεχίσουν αυτό που λέγεται ζωή. Γιατί ο πόλεμος θα τελειώσει, ζωή θα υπάρχει και μετά. Οτι και κατά τη διάρκειά του η ζωή συνεχίζεται - αυτό μας έλεγε.

● Η γραφή του Βικέλα βρίσκεται σε μια μεταβατική φάση της ελληνικής λογοτεχνίας. Ρέπει προς τον νατουραλισμό που τότε διαμορφώνεται. Επειδή ο ρεαλισμός είναι μάλλον εχθρός του θεάτρου, πώς το διαχειρίζεται κανείς αυτό;

Οταν ο Λευτέρης Γιοβανίδης μού πρότεινε το έργο, εγώ δεν το ήθελα. Το διάβασα και είπα: «Πώς θα το κάνουμε; Και σε αυτή τη γλώσσα!». Παρόλο που μου αρέσει η καθαρεύουσα και την έχω κάπως διδαχτεί. Μεταξύ 1969-72, ο πατέρας μου, που ήταν ενωμοτάρχης της Χωροφυλακής, είχε πάρει μετάθεση για την Ποσειδωνία Σύρου. Ημουν επτά ετών και πήγα στο σχολείο. Ο πατέρας μου ως Αρχή του χωριού και της περιφέρειας γενικώς, είπε στον δάσκαλο: «Δίδαξέ του και καθαρεύουσα». Ετσι διδάχτηκα την τεχνική και το συντακτικό της. Παρόλο που δεν τη μίλησα ποτέ, μου ήταν οικεία και μου άρεσε.

Ακόμα και τώρα λοιπόν, το πρώτο και σημαντικότερο κίνητρο για μένα σε σχέση με το έργο είναι η γλώσσα. Με την έγκριση του Γιοβανίδη, μετακίνησα μεγάλες ενότητες, πείραξα το κείμενο ώστε να γίνει πιο ποιητικό. Ετσι παλέψαμε το θηρίο του νατουραλισμού, που δεν μου αρέσει ούτε εμένα. Καταλαβαίνω ότι στην αγορά με θέλουν γιατί μπορώ να το χειριστώ καλά, αλλά με εκνευρίζει, μου αρέσει περισσότερο να παίζω ποιητικά κείμενα.


● Και η λειτουργία της μνήμης είναι περισσότερο ποιητική παρά ρεαλιστική.

Αλήθεια είναι. Βέβαια ο Βικέλας έχει γραμμική αφήγηση. Εχει όμως κι η γλώσσα μια μουσικότητα που μου αρέσει. Ισως να τονώνει τον ναρκισσισμό μου, να ακούω πιο όμορφη τη φωνή μου, δεν το αρνούμαι. Το χρειάζεται κι αυτό ένας ηθοποιός. Αρκεί να μην κάνει μόνο αυτό, γιατί μετά λέμε: αυτός παίζει με τη φωνή του. Είναι μια γλώσσα με ακρίβεια μαθηματική. Ισως έχει σχέση με το ότι ήμουν στο Πολυτεχνείο.

● Αλήθεια, πώς βρεθήκατε εκεί;

Το παράξενο είναι πώς βρέθηκα στο θέατρο! Το Πολυτεχνείο ήταν μια φυσική εξέλιξη των πραγμάτων: ήμουν καλός μαθητής, αν έβγαζα καλούς βαθμούς στις πανελλήνιες θα έμπαινα. Δεν με έκαιγε κάτι να κάνω. Ακουγα ότι ο πολιτικός μηχανικός είναι ένα καλό επάγγελμα, χωρίς να καταλαβαίνω τι κάνει! Μπήκα στους ηλεκτρολόγους, είχε λίγο πιο ψηλή βάση. Και λέω: ηλεκτρολόγος, δηλαδή θα αλλάζω πρίζες;

Μετά κατάλαβα... Στο Πολυτεχνείο άλλαξε η ζωή μου, γιατί βγήκα από το σπίτι και τα φόρτωσα λίγο στον κόκκορα. Ημουν κλασικός φοιτητής, που όταν αποφάσιζε να ασχοληθεί τη διεκπεραίωνε καλά τη δουλειά, αλλά δεν με πολυενδιέφερε.

● Στο θέατρο λοιπόν πώς βρεθήκατε;

Στο θέατρο είχα πάει μόνο μία φορά στη ζωή μου, στην «Οδύσσεια» σε σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου. Ημουν στο Βαρβάκειο –καλό σχολείο- και μας είχε πάει μια φιλόλογος. Θυμάμαι ότι για να κάνουν τις Συμπληγάδες είχαν δυο κοντάρια και τα ανοιγοκλείνανε. Η αντίδρασή μου δεν ήταν και πολύ θετική: τι είναι αυτό, αφού οι Συμπληγάδες είναι βράχοι! Αλλά μου έμεινε... Μετά το αξιολόγησα, ότι αυτό είναι ο πυρήνας της Τέχνης: η μεταφορά. Γνώρισα ένα συμφοιτητή που ήταν σε μια θεατρική ομάδα στη Σαλαμίνα. Πήγαμε και είδαμε μια-δυο παραστάσεις τους.

Τη δεύτερη χρονιά μου δώσανε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην «Ποντικοπαγίδα» της Αγκάθα Κρίστι. Αυτή ήταν η πρώτη μου παράσταση. Ε, σιγά-σιγά μου άρεσε να παίζω. Μάλλον τα κατάφερνα καλά, το είδα στο βλέμμα τους. Πρόσφατα, αναρωτήθηκα: γιατί συνέχισα; Τελικά ήταν το βλέμμα με το οποίο με κοιτάξανε όταν πρωτοέκανα πρόβα -έλεγε: εσύ είσαι καλός σε αυτό. Μάλλον είχα ανάγκη να μου λένε ότι είμαι καλός, όπως είχα ανάγκη να μου λένε: είσαι καλός μαθητής. Τώρα πώς δημιουργείται αυτό; Κάνεις ψυχανάλυση, χάνεις τα χρόνια σου και το βρίσκεις!

● Κάπως έτσι συνέβη και στην πορεία σας. Από νωρίς ακουγόταν: «Πήγαινε να δεις τον Μαυροματάκη, είναι καλός!». Και ξαφνικά ένας άνθρωπος ο οποίος καταξιώνεται δουλεύοντας στο θέατρο, γίνεται δημόσιο πρόσωπο μέσω μιας τηλεοπτικής διαφήμισης...

Και μάλιστα ένας άνθρωπος που δεν ήξερε τι σημαίνει αναγνωρισιμότητα. Οταν με σταματούσαν να μου πουν «Σας είδαμε σε αυτή την παράσταση», χαιρόμουν πολύ, γιατί το έκαναν με ωραίο τρόπο. Με τη διαφήμιση, ήταν μεγάλο σοκ. Δεν μπορούσα να το διαχειριστώ. Είχα μάθει να περπατώ ανέμελος, άντε να με είχαν αναγνωρίσει δέκα φορές μέσα σε είκοσι χρόνια. Και ξαφνικά δεν μπορούσα να βγω από το σπίτι! Δεν μπορούσα να περπατήσω! Ηταν λίγο βίαιες οι φιλοφρονήσεις. Είχε κι ένα σλόγκαν αυτή η καταραμένη διαφήμιση, το «Ομορφάντρα μου!», το οποίο το έβαλα εγώ. Κάναμε τότε τον «Περικλή» του Σέξπιρ στο Εθνικό, σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά και μετάφραση Διονύση Καψάλη.

Ξεβράζεται στην παραλία ο άρχοντας Περικλής, που τον έπαιζε ο Λούλης, και τον υποδέχονται δυο ψαράδες, μεταξύ των οποίων ο αείμνηστος Μηνάς Χατζησάββας. Αρχίζουν να τον πειράζουν, του λένε: Είσαι ωραίο παλικάρι, ομορφάντρας! Είχα πολύ καιρό να το ακούσω και μου έμεινε. Πήγα σε κάστινγκ για μια ταινία και παρεμπιπτόντως μου είπαν: «Δεν δοκιμάζεις κι αυτό ρε Μανώλη, γιατί δεν μας έχει κάτσει μέχρι τώρα;». Το δοκιμάζω και τους άρεσε πολύ. Το έκανα και μετά έγινε πάταγος... Το μίσησα στην αρχή. Επρεπε να περάσει πολύς καιρός για να δεχτώ ότι είναι ένα κομμάτι από μένα. Ευτυχώς ήταν καλό...

● Κι ο Χορν το μισούσε που, ενώ είχε παίξει Αμλετ και Ριχάρδο, όλοι τού μιλούσαν για το «Οι θαλασσιές οι χάντρες».

Ηξερε όμως ο ίδιος ο Χορν ότι δεν ήταν καλός στον Ριχάρδο. Γι’ αυτό και το κατέβασε μετά από ελάχιστες παραστάσεις... Μου έδειξε προχτές ο Γιοβανίδης στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά την καρέκλα που καθόταν. Πάντως την εσωτερική του λάμψη δεν χρειαζόταν κανένας Ριχάρδος για να την αναδείξει. Από την άλλη, ο ηθοποιός θέλει να παίξει τον Ριχάρδο! Κι εγώ αυτό θέλω.

● Εχετε πράγματα που θέλετε να παίξετε;

Ναι, βέβαια. Ολα αυτά! Και τον Ριχάρδο και τον Λιρ και τον Χαμ στο «Τέλος του παιχνιδιού» του Μπέκετ... Ολες αυτές τις ρολάρες, που όμως τώρα τις προσλαμβάνω διαφορετικά απ’ όταν ήμουν νέος. Δεν είναι άσχετο που λένε: «Είναι καλός ηθοποιός, αλλά δεν είναι για να παίξει τώρα τον Χαμ, να μεγαλώσει πρώτα!». Δεν είναι μόνο να φαίνεται μεγάλος.

● Πράγματι μόνο στο πολύ κλασικό θέατρο απαιτείται ο ηθοποιός να έχει την ηλικία και τα χαρακτηριστικά του ρόλου.

Βέβαια. Ο Ιαν Μακ Κέλεν θα παίξει τώρα τον Αμλετ.

● Οταν θα φτάσετε στην ηλικία του Μακ Κέλεν, τι θέλετε να παίξετε;

Τα ίδια πράγματα. Θες να παίξεις καλούς ρόλους κι ένα περιβάλλον που να αισθάνεσαι ότι σου ανοίγει το χώρο. Ολοι λένε: οι συνεργασίες, οι άνθρωποι, τα πρόσωπα... Δεν διαφωνώ. Αλλά η ανάγκη μου αυτή τη στιγμή είναι να είμαι κάπου όπου δεν με εμποδίζουν από το να κάνω τη δουλειά μου. Είτε άμεσα, είτε υπόγεια.

Αυτό στην Ελλάδα συμβαίνει πολλές φορές. Και λέω στην Ελλάδα, γιατί πήγα στη Γαλλία για μια ταινία και κατάλαβα ότι οι άνθρωποι εκεί έχουν μάθει ότι είναι πολύ χρήσιμο για την ομαλή εξέλιξη της ζωής τους να κάνουν καλά τη δουλειά τους· όλοι. Οτι ο χώρος είναι δημόσιος, ότι τον μοιράζονται. Ακόμα και σε μια ιδιωτική εταιρεία ,όπως αυτή που έκανα την ταινία, είναι εν δυνάμει δημόσιος ο χώρος στον οποίο βρίσκεσαι και το αγαθό το οποίο παράγεις. Κάνουν τα πάντα για να κάνεις όσο το δυνατόν καλύτερα τη δουλειά σου, γιατί καταλαβαίνουν ότι έχουν κι αυτοί κέρδος.

Εδώ έχουμε μια σχιζοφρένεια: ότι το χωράφι μου κινδυνεύει αν το δικό σου το περιποιηθείς καλύτερα. Υπάρχει ένα σύμπλεγμα, πολύ ελληνικό, ανεξαρτήτως δεδηλωμένης πολιτικής τοποθέτησης. Το έχω δει σε δεξιούς και αριστερούς. Πώς τη βλέπεις τη ζωή; Μέσα από τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Εκεί έχουμε θέμα.

 Ο «Λουκής Λάρας» του Δημήτριου Βικέλα σε σκηνοθεσία Λευτέρη Γιοβανίδη με τον Μανώλη Μαυροματάκη, θα περιοδεύσει ανά την Ελλάδα με πρώτο σταθμό το Δημοτικό Θέατρο Ηλιούπολης «Δημήτρης Κιντής» στις 28/6, στις 21.00. θα ακολουθήσουν: Κηποθέατρο Παπάγου (3/7), Παλαιό Ελαιουργείο Ελευσίνας (6/07), Τήνος (7/8), Βόλος (30/7), Σύρος (19-20/08), Αττικό Αλσος στην Αθήνα (10/09), Ιωνικές Γιορτές 2021 στη Ν.Σμύρνη (20/9). Περισσότερες πληροφορίες: www.dithepi.gr