Αφορμή για το σημείωμα αυτό ήταν η είδηση της επανάληψης των προβλημάτων
των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά. Αντιλαμβάνομαι την αναγκαιότητα ύπαρξης μίας
εθνικής ναυπηγικής βιομηχανίας, αλλά ενδεχομένως κάτι τέτοιο έχει γίνει
εξαιρετικά ακριβό για την Ελληνική οικονομία. Δε γνωρίζω τις ακριβείς
διαστάσεις του θέματος και δε με ενδιαφέρει να ασχοληθώ περαιτέρω με το
ειδικό αυτό θέμα. Γνωρίζω μόνο πολύ καλά ότι δημόσιες επιδοτήσεις σε
Ελληνικά ναυπηγεία (όπως και σε πολλές άλλες δραστηριότητες) με κύριο
στόχο την απασχόληση του ανθρώπινου δυναμικού έχουν δοθεί αρκετές από τη
δεκαετία του 1980.
Όμως το όλο θέμα μου δίνει την αφορμή να θέσω στο τραπέζι μία σκέψη
που αφορά μία εναλλακτική αντίληψη της ανάπτυξης με κύριο στόχο τη
διαφύλαξη της ευημερίας των ανθρώπων.
Εάν δεν μπορεί να διατηρηθεί ο συγκεκριμένος βιομηχανικός χώρος με το χαρακτήρα που έχει σήμερα, γιατί δε σκεπτόμαστε την εναλλακτική κατάσταση να μετατραπεί σε μία γιγάντια πολιτισμική, τουριστική δραστηριότητα (πλανητάρια, αρχαία ναυπηγεία και αντίστοιχα πλοία κ.τ.λ.) που θα σχετίζεται με την ναυμαχία της Σαλαμίνας; Σημειωτέον ότι δεν υπάρχει τίποτα σχετικό με τη ναυμαχία της Σαλαμίνας που να μπορεί κανείς να επισκεφθεί.
Είναι γνωστό ότι η Μάχη το Μαραθώνα και οι ναυμαχίες της Σαλαμίνας και αργότερα της Ναυπάκτου (1571), είναι θεμελιώδεις ιστορικές στιγμές όχι μόνο για τον ελληνικό κόσμο, αλλά και για τον σύγχρονο Ευρωπαϊκό Πολιτισμό.
Εάν δεν μπορεί να διατηρηθεί ο συγκεκριμένος βιομηχανικός χώρος με το χαρακτήρα που έχει σήμερα, γιατί δε σκεπτόμαστε την εναλλακτική κατάσταση να μετατραπεί σε μία γιγάντια πολιτισμική, τουριστική δραστηριότητα (πλανητάρια, αρχαία ναυπηγεία και αντίστοιχα πλοία κ.τ.λ.) που θα σχετίζεται με την ναυμαχία της Σαλαμίνας; Σημειωτέον ότι δεν υπάρχει τίποτα σχετικό με τη ναυμαχία της Σαλαμίνας που να μπορεί κανείς να επισκεφθεί.
Είναι γνωστό ότι η Μάχη το Μαραθώνα και οι ναυμαχίες της Σαλαμίνας και αργότερα της Ναυπάκτου (1571), είναι θεμελιώδεις ιστορικές στιγμές όχι μόνο για τον ελληνικό κόσμο, αλλά και για τον σύγχρονο Ευρωπαϊκό Πολιτισμό.
Ουσιαστικά η οικονομική κρίση έχει δημιουργήσει μια μορφή αναπτυξιακού
αδιεξόδου για την Ελληνική οικονομία. Συνεπώς είναι απαραίτητο να
προσδιοριστούν οι συνθήκες ανάπτυξης για την - μετά την κρίση - περίοδο.
Η έμφαση στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ελλάδος σε συνδυασμό με τη
βελτιστοποίηση των τουριστικών υπηρεσιών και των έμμεσων διασυνδέσεων
που σχετίζονται με τον τουριστικό κλάδο μπορούν να αποτελέσουν πηγή
επίλυσης των αναπτυξιακών προβλημάτων της Ελληνικής οικονομίας.
Προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης του ρόλου του τουριστικού κλάδου, σε
παγκόσμιο επίπεδο, έχουν παίξει ρόλο δύο σημαντικές αλλαγές: Η παγκόσμια
κλιματική αλλαγή και η πληθυσμιακή μεταβολή. Και οι δύο ευνοούν την
ανάπτυξη των τουριστικών συνθηκών. Σε ό,τι αφορά την περίπτωση της
Ελλάδας η προοπτική της κλιματικής αλλαγής με την επίδραση που έχει στην
επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου, ευνοεί την ανάπτυξη του
συγκεκριμένου τομέα.
Η Ελληνική οικονομία χαρακτηρίζεται από ένα ευρύ πολιτισμικό τομέα με
εξαιρετικά συγκριτικά πλεονεκτήματα σε όρους συσσωρευμένου κεφαλαίου και
σε όρους ανθρώπινου δυναμικού που μπορεί να το υπηρετήσει. Η διασύνδεση
των δύο τομέων μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά αποτελεσματική. Εξάλλου,
η ηλικιακή ωρίμανση ευνοεί τη διασύνδεση αυτή, δεδομένου ότι οι
μεγαλύτερες ηλικίες αναζητούν συστηματικότερα τουριστικά προϊόντα που
διασυνδέονται με το πολιτισμικό υπόβαθρο. Η πληθυσμιακή όμως μεταβολή
φέρνει στην επιφάνεια και μια επόμενη διασύνδεση που είναι η ανάπτυξη
του τομέα της υγείας και του τουρισμού υγείας.
Η ανάπτυξη των βασικών τομέων προτεραιότητας (τουρισμός, πολιτισμός και
υγεία) θα επιφέρει μια ευρύτερη τομεακή κινητοποίηση στην Ελληνική
οικονομία. Είναι προφανές ότι μία παρόμοια δραστηριοποίηση αφορά άμεσα
τους τομείς του περιβάλλοντος, του αγροτικού τομέα, τις κατασκευές και
τέλος τις επικοινωνίες και τις μεταφορές.
Οι προφανείς συνέργειες μεταξύ του τομέα του πολιτισμού και του
τουριστικού κλάδου προκύπτουν ξεκάθαρα από τη στενή σχέση μεταξύ του
πολιτισμικού πλούτου μιας χώρας και του μεγέθους του τουριστικού της
τομέα. Στο Διάγραμμα 1, παρακάτω, απεικονίζεται η σχέση μεταξύ του
τουριστικού προϊόντος και του δείκτη «πολιτισμικών πόρων» (cultural
resources) που καταρτίζει το World Economic Forum (WEF 2009, The Travel
and Tourism Competitiveness Report).
Λαμβάνοντας υπόψη την τάση που φαίνεται να διαμορφώνεται μεταξύ
των χωρών του ανεπτυγμένου κόσμου (χώρες μέλη του ΟΟΣΑ) προκύπτει πως
μία βελτίωση του δείκτη της Ελλάδας που θα την έφερνε στα σημερινά
επίπεδα της Πορτογαλίας (!) (αύξηση της τιμής του σχετικού δείκτη κατά
17% περίπου) θα μπορούσε να αυξήσει το τουριστικό προϊόν της Ελλάδας
κατά 63%! Εντελώς αντίστοιχη εικόνα διαμορφώνεται και σε ό,τι αφορά τις
αφίξεις τουριστών: Μία βελτίωση του πολιτιστικού υποβάθρου της Ελλάδας
κατά 17%, θα οδηγούσε –δυνητικά– σε αύξηση των επισκεπτών στη χώρα κατά
59%.
Διάγραμμα 1. Συσχέτιση του άμεσου τουριστικού προϊόντος και του δείκτη πολιτιστικών πόρων που υπολογίζει το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ.
Πηγή: World Economic Forum (2009), WTTC.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η βελτίωση του τουριστικού τομέα θα μπορούσε
να αυξήσει τον αριθμό των επισκεπτών (από 14 εκατ. στα 22 εκατ.) και τα
έσοδα από τον τουρισμό κατά €6 δις.
Παρότι η Ελλάδα παραδοσιακά βασιζόταν στα φυσικά περιουσιακά της
στοιχεία, επενδύοντας στο μοντέλο ήλιος και θάλασσα, η συστηματική
προσπάθεια διασύνδεσης πολιτισμού και τουρισμού με την παράλληλη
ενίσχυση των αναγκαίων υποδομών θα δημιουργήσει νέες δυνατότητες
ουσιαστικής ανάπτυξης.
Καλό Πάσχα, όσο αυτό είναι δυνατό.
Π.Ε. Πετράκης
esalamina.blogspot.com