Σικάγο 1930. Το τραστ του κουνουπιδιού κινδυνεύει εξαιτίας της
οικονομικής κρίσης. Οι ηγέτες του προσπαθούν να εξασφαλίσουν ένα
παράνομο δάνειο. Εμπόδιο στα σχέδιά τους στέκεται ο δήμαρχος. Όμως με
κολακείες, ψέματα και δωροδοκίες καταφέρνουν να τον εμπλέξουν στην
υπόθεση.
Έπειτα από καιρό το ζήτημα φτάνει στο δημοτικό συμβούλιο και ο δήμαρχος, πανικόβλητος, ζητά βοήθεια από τον γκάνγκστερ Αρτούρο Ούι. Εκείνος, πράγματι, θα τον προστατεύσει και θα τον απαλλάξει από όλες τις κατηγορίες. Ταυτόχρονα όμως θα τον κάνει υποχείριό του. Με τη συμβολή του δημάρχου η δύναμη του Ούι μεγαλώνει συνεχώς. Σύντομα ελέγχει όλο το τραστ του κουνουπιδιού. Εναντίον όσων διαφωνούν μαζί του επιστρατεύει το ψέμα και τη βία. Βάζει μάλιστα και τους άνδρες του να πυρπολήσουν τη μεγαλύτερη αποθήκη των εμπόρων και κατηγορεί τους εχθρούς του για την πράξη αυτή.
Καταφέρνει έτσι να σπείρει τον φόβο σε όλους και σιγά σιγά αποκτά τον έλεγχο ολόκληρης της πόλης. Η δύναμή του αυξάνεται ακόμα περισσότερο και σύντομα αρχίζει να έχει βλέψεις και για τη γειτονική πόλη. Παράλληλα αυξάνεται και η παράνοιά του.
Κάπως έτσι εξελίσσεται το θεατρικό έργο «Η άνοδος και η πτώση του Αρτούρο Ούι», όπου ο Μπέρτολτ Μπρεχτ περιγράφει με συμβολικό τρόπο την άνοδο του Φύρερ στην εξουσία. Οι σχέσεις του Χίτλερ με τον πρόεδρο Χίντεμπουργκ, η είσοδός του στη Βουλή, η άνοδος στην καγκελαρία, ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ, η προσάρτηση της Αυστρίας, όλα τα γεγονότα ανασυντίθενται με πρωταγωνιστή τον Αρτούρο Ούι.
Πρόθεση όμως του Μπρεχτ δεν ήταν απλώς να τα θυμίσει στους θεατές του, αλλά να δείξει τους τρόπους με τους οποίους ένας εγκληματίας μπορεί να αναδειχθεί σε ηγέτη: με ψέματα, βία, φόβο, κολακείες προς τον γερμανικό λαό, που γέννησε σπουδαίους συγγραφείς και φιλοσόφους αλλά τότε αντιμετώπιζε σοβαρότατα προβλήματα, προστασία σε αυτούς που το αδύναμο κράτος δεν μπορούσε να προστατεύσει.
Ξαναθυμήθηκα τον πάντα επίκαιρο Μπρεχτ ακούγοντας όλα αυτά τα «ναι μεν, αλλά τι θα έκανες εσύ αν ήσουν γριά κι ερχόταν κάποιος να σε πάει μέχρι την τράπεζα να πάρεις με ασφάλεια τη σύνταξή σου;» και τα «εντάξει, όχι βία, αλλά όσοι την υπέστησαν από τη Χρυσή Αυγή ήταν παράνομοι». Επίσης διαβάζοντας ρεπορτάζ όπως αυτό της «El Pais» για την άνοδο της Ακροδεξιάς στην Ελλάδα: «Θα μπορούσαν να είναι φύλακες σε νυχτερινό μαγαζί (σαν τον Ούι), αν δεν έβλεπες το σήμα της οργάνωσης στα ρούχα τους. Λένε ‘‘προσφέρουμε φαΐ, προσπαθούμε να βοηθήσουμε ανθρώπους να βρουν εργασία. Ο κόσμος μάς διηγείται τα προβλήματά του με τους μετανάστες, αυτά που η αστυνομία δεν μπορεί να λύσει, και εμείς τούς βοηθάμε με τις δικές μας μεθόδους. Αυτοχαρακτηριζόμαστε εθνικιστές και δεν μας νοιάζει πώς μας λένε οι άλλοι’’». Ξαναθυμήθηκα τον Μπρεχτ βλέποντας να δίνεται στον αρχηγό της οργάνωσης η ευκαιρία να παραληρεί επί μία ώρα στην τηλεόραση.
«Η άνοδος και η πτώση του Αρτούρο Ούι», είχε πει ο Μπρεχτ, «δεν είναι τόσο μια επίθεση στον Χίτλερ, όσο μια επίθεση στους ανθρώπους που μπορούσαν να αντισταθούν, αλλά δεν το έκαναν».
Σίσσυ Παπαδάκη
Έπειτα από καιρό το ζήτημα φτάνει στο δημοτικό συμβούλιο και ο δήμαρχος, πανικόβλητος, ζητά βοήθεια από τον γκάνγκστερ Αρτούρο Ούι. Εκείνος, πράγματι, θα τον προστατεύσει και θα τον απαλλάξει από όλες τις κατηγορίες. Ταυτόχρονα όμως θα τον κάνει υποχείριό του. Με τη συμβολή του δημάρχου η δύναμη του Ούι μεγαλώνει συνεχώς. Σύντομα ελέγχει όλο το τραστ του κουνουπιδιού. Εναντίον όσων διαφωνούν μαζί του επιστρατεύει το ψέμα και τη βία. Βάζει μάλιστα και τους άνδρες του να πυρπολήσουν τη μεγαλύτερη αποθήκη των εμπόρων και κατηγορεί τους εχθρούς του για την πράξη αυτή.
Καταφέρνει έτσι να σπείρει τον φόβο σε όλους και σιγά σιγά αποκτά τον έλεγχο ολόκληρης της πόλης. Η δύναμή του αυξάνεται ακόμα περισσότερο και σύντομα αρχίζει να έχει βλέψεις και για τη γειτονική πόλη. Παράλληλα αυξάνεται και η παράνοιά του.
Κάπως έτσι εξελίσσεται το θεατρικό έργο «Η άνοδος και η πτώση του Αρτούρο Ούι», όπου ο Μπέρτολτ Μπρεχτ περιγράφει με συμβολικό τρόπο την άνοδο του Φύρερ στην εξουσία. Οι σχέσεις του Χίτλερ με τον πρόεδρο Χίντεμπουργκ, η είσοδός του στη Βουλή, η άνοδος στην καγκελαρία, ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ, η προσάρτηση της Αυστρίας, όλα τα γεγονότα ανασυντίθενται με πρωταγωνιστή τον Αρτούρο Ούι.
Πρόθεση όμως του Μπρεχτ δεν ήταν απλώς να τα θυμίσει στους θεατές του, αλλά να δείξει τους τρόπους με τους οποίους ένας εγκληματίας μπορεί να αναδειχθεί σε ηγέτη: με ψέματα, βία, φόβο, κολακείες προς τον γερμανικό λαό, που γέννησε σπουδαίους συγγραφείς και φιλοσόφους αλλά τότε αντιμετώπιζε σοβαρότατα προβλήματα, προστασία σε αυτούς που το αδύναμο κράτος δεν μπορούσε να προστατεύσει.
Ξαναθυμήθηκα τον πάντα επίκαιρο Μπρεχτ ακούγοντας όλα αυτά τα «ναι μεν, αλλά τι θα έκανες εσύ αν ήσουν γριά κι ερχόταν κάποιος να σε πάει μέχρι την τράπεζα να πάρεις με ασφάλεια τη σύνταξή σου;» και τα «εντάξει, όχι βία, αλλά όσοι την υπέστησαν από τη Χρυσή Αυγή ήταν παράνομοι». Επίσης διαβάζοντας ρεπορτάζ όπως αυτό της «El Pais» για την άνοδο της Ακροδεξιάς στην Ελλάδα: «Θα μπορούσαν να είναι φύλακες σε νυχτερινό μαγαζί (σαν τον Ούι), αν δεν έβλεπες το σήμα της οργάνωσης στα ρούχα τους. Λένε ‘‘προσφέρουμε φαΐ, προσπαθούμε να βοηθήσουμε ανθρώπους να βρουν εργασία. Ο κόσμος μάς διηγείται τα προβλήματά του με τους μετανάστες, αυτά που η αστυνομία δεν μπορεί να λύσει, και εμείς τούς βοηθάμε με τις δικές μας μεθόδους. Αυτοχαρακτηριζόμαστε εθνικιστές και δεν μας νοιάζει πώς μας λένε οι άλλοι’’». Ξαναθυμήθηκα τον Μπρεχτ βλέποντας να δίνεται στον αρχηγό της οργάνωσης η ευκαιρία να παραληρεί επί μία ώρα στην τηλεόραση.
«Η άνοδος και η πτώση του Αρτούρο Ούι», είχε πει ο Μπρεχτ, «δεν είναι τόσο μια επίθεση στον Χίτλερ, όσο μια επίθεση στους ανθρώπους που μπορούσαν να αντισταθούν, αλλά δεν το έκαναν».