60 χρόνια πέρασαν από τον πρόωρο θάνατο της Μαρίκας Νίνου. Διαβάστε παρακάτω ένα μικρό αφιέρωμα για τη ζωή και το έργο της.
Γράφει ο Μάνος Χατζιδάκις στον δίσκο του «Πέριξ» (1974): «Όλη η εργασία αυτή αφιερώνεται στη μνήμη της ανεπανάληπτης Μαρίκας Νίνου, που δίχως να το ξέρει, με το μαχαίρι της φωνής της, χάραξε μέσα μας βαθιά τα ονόματα θεών της ταπεινοσύνης και της βυζαντινής παρακμής».
-->
Γράφει ο Μάνος Χατζιδάκις στον δίσκο του «Πέριξ» (1974): «Όλη η εργασία αυτή αφιερώνεται στη μνήμη της ανεπανάληπτης Μαρίκας Νίνου, που δίχως να το ξέρει, με το μαχαίρι της φωνής της, χάραξε μέσα μας βαθιά τα ονόματα θεών της ταπεινοσύνης και της βυζαντινής παρακμής».
Ο δημοσιογράφος Πάνος Γεραμάνης, σ’ ένα αφιέρωμά του το 2003: «Η παρουσία της Μαρίκας Νίνου σηματοδότησε νέα εποχή στην ερμηνεία του λαϊκού τραγουδιού και παράλληλα εδραίωσε μια καινούργια αντίληψη στη σκηνή των λαϊκών κέντρων της εποχής του '50».
Ο μουσικολόγος και συνθέτης Γιώργος Παπαδάκης: «Οπως η σκληρή, βραχνή φωνή του Μάρκου Βαμβακάρη εικονίζει τον άντρα του ρεμπέτικου της εποχής του, έτσι και η Νίνου υλοποιεί τον γυναικείο χαρακτήρα στα τραγούδια που τα χρόνια εκείνα έγραφαν ο Τσιτσάνης, ο Παπαϊωάννου, ο Μητσάκης…». Και ο… καθ’ ύλην αρμόδιος Βασίλης Τσιτσάνης:
Είχε μια ξεχωριστή ερμηνευτική ικανότητα, είχε το κάτι άλλο… Οταν τραγουδούσε, κυριολεκτικά καθήλωνε τον κόσμο… Ηταν γεννημένη για το πάλκο…
Σε μόλις 8 χρόνια
Είναι και ο ερευνητής του ρεμπέτικου και συνθέτης Πάνος Σαββόπουλος, ο οποίος σε εκτενές κείμενό του, το 2007, για τα 50 χρόνια από τον θάνατο της Νίνου (23 Φεβρουαρίου 1957, χτυπημένη από καρκίνο στα 35 της) γράφει: «Η Μαρίκα Νίνου ήταν η μεγαλύτερη γυναικεία φωνή που πέρασε από την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Ηταν η τραγουδίστρια που άφησε βαθιά τα σημάδια της στο νεότερο ελληνικό λαϊκό τραγούδι και μέχρι σήμερα θεωρείται αξεπέραστη.
Εφτασαν μόνο οκτώ χρόνια “υπηρεσίας” της στα πάλκα και στη δισκογραφία για να αφήσει εποχή –κάτι που άλλοι δεν καταφέρνουν, παρά τα ραδιοτηλεοπτικά “δεκανίκια” που τους προσφέρουν, σε μια ζωή. Επειδή η Νίνου έζησε μόνο 35 χρόνια, δημιουργήθηκε μια εκτεταμένη μυθολογία για την καταγωγή της, την προσωπική της ζωή, την καλλιτεχνική της πορεία, ακόμα και τον θάνατό της.
Ενα σωρό ψέματα και βρομιές έχουν ειπωθεί και γραφτεί από διάφορους επιτήδειους, φαντασιόπληκτους, προχειρολόγους, ευκαιριακούς, ρεμπετοτυχοδιώκτες και προφανώς ασεβείς». Από το κείμενο αυτό του Σαββόπουλου και τα στοιχεία για το παρόν μικρό αφιέρωμα στα 60 χρόνια από τον θάνατό της.
Η Νίνου ήταν αρμενικής καταγωγής και το πραγματικό της όνομα ήταν Ευαγγελία Αταμιάν. Γεννήθηκε το 1922 στο βαπόρι «Ευαγγελίστρια», που μετέφερε την οικογένειά της (γονείς και τρία παιδιά –το ένα αγόρι) από τη Σμύρνη στον Πειραιά, κάτω από δύσκολες συνθήκες. Και καθώς επέζησε, ο καπετάνιος πρότεινε και τη βάφτισαν με τ’ όνομα του βαποριού: «Ευαγγελία».
Στην Ελλάδα εγκαταστάθηκαν στην Κοκκινιά. Μαθήτρια ακόμη, στο αρμένικο σχολείο που πήγαινε έμαθε, έπειτα από προτροπή του δασκάλου της, μαντολίνο και συμμετείχε στην ορχήστρα του σχολείου. Από μικρή φάνηκαν και τα φωνητικά της προσόντα, οπότε την καλούσαν να ψάλλει στην αρμένικη εκκλησία, ενώ κρυφά από τους δικούς της πήγαινε στα κεντράκια της Κοκκινιάς και παρακολουθούσε απ’ έξω το πρόγραμμα.
Ακροβάτις
Το 1939 παντρεύτηκε έναν συμπατριώτη της, με τον οποίο απέκτησε έναν γιο. Το 1946 το ζευγάρι χώρισε. Ηδη όμως η Νίνου είχε γνωρίσει τον ακροβάτη και θιασάρχη Νίκο (Νίνο) Νικολαΐδη, τον οποίο παντρεύτηκε και έγιναν καλλιτεχνικό ζευγάρι ακροβατών με το όνομα «Ντούο Νίνο».
Λίγο αργότερα στο ντούο προστέθηκε και ο γιος της Νίνου, οπότε μετονομάστηκε σε «Δυόμισι Νίνο». Στις παραστάσεις η Μαρίκα (το Μαρίκα από θαυμασμό της ηθοποιού πεθεράς της στη Μαρίκα Κοτοπούλη) έλεγε και κάποιο λαϊκό τραγουδάκι.
Κάποια φορά καλεσμένοι στη Σαλαμίνα στον ναύσταθμο για ακροβατικά τής ζητήθηκε να πει κι ένα τραγούδι. Στους παρευρισκόμενους ήταν και ο ηθοποιός Πέτρος Κυριακός, τη γνώρισε στον Μανώλη Χιώτη, ο οποίος και την πρωτολανσάρισε δισκογραφικά το 1948 με τα τραγούδια του «Ωρες σε κρυφοκοιτάζω» και «Θα σ' το πω το μυστικό μου».
Ακολουθεί δισκογραφική συνεργασία με τον Γιάννη Παπαϊωάννου, τον Γιώργο Μητσάκη και το 1949 με τον Τσιτσάνη, με τον οποίο έχει συνδεθεί περισσότερο τ’ όνομά της. «Για τη ζωή της Νίνου στα πάλκα έχουν γραφτεί διάφορα και συχνά ατεκμηρίωτα», γράφει ο Σαββόπουλος.
Ο χώρος, έτσι κι αλλιώς, δεν επιτρέπει εκτενέστερη αναφορά. Να προσθέσω τελειώνοντας ότι στη δισκογραφία υπάρχουν 174 τραγούδια με τη φωνή της Νίνου, το ένα τρίτο από τα οποία ανήκουν στον Τσιτσάνη, ακόμη 9 ηχογραφημένα το 1954 στην αίθουσα του «Παρνασσού», καθώς και 11 «ζωντανά» το 1955 στο κέντρο του «Τζίμη του Χοντρού». Ανάμεσα σ’ αυτά και το «Γεννήθηκα για να πονώ», που ακουμπάει και στη δική της, την ένδοξη, χαμοζωή.
πηγή:efsyn.gr