-μια
προσέγγιση του ανθρώπου και του πολίτη Πέτρου Φουρίκη με αφορμή τη συμπλήρωση
140 χρόνων από τη σημερινή ημέρα της γέννησής του (20/5/1878)-
Γράφει ο δημοσιογράφος
Τάσος Καραντής
Σαν σήμερα 20 Μάη του 1878 γεννήθηκε - πριν
140 χρόνια – ο Σαλαμίνιος, Διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου
Αθηνών και Διευθυντής του Λαογραφικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών, Πέτρος
Φουρίκης (1878-1936). Ο αείμνηστος Πέτρος Φουρίκης “έφυγε” σχετικά νέος, σε
ηλικία (58 ετών), αλλά άφησε πίσω του πλούσιο επιστημονικό έργο, τόσο για το
νησί της Σαλαμίνας όσο και για την Ελλάδα γενικότερα.
Ο γράφων, στα πλαίσια των ερευνητικών
αναζητήσεών του για την ιστορία και τον λαϊκό πολιτισμό του νησιού του, έχει,
κι αυτός, ασχοληθεί, (από το 1991), με τον Π. Φουρίκη, συντάσσοντας την
εργοβιογραφία του. Στην δε επανέκδοση της διδακτορικής διατριβής του Πέτρου
Φουρίκη «Γάμος και γαμήλια σύμβολα παρά
τοις αλβανοφώνοις της Σαλαμίνος», την οποία επιμελήθηκε ο υποφαινόμενος και
κυκλοφόρησε – με αφορμή, τότε, τα 60χρονα από το θάνατό του - το 1996 (Πέτρου Φουρίκη, Γάμος και γαμήλια
σύμβολα στη Σαλαμίνα, εκδ. ΘΑΜΥΡΙΣ, Αθήνα 1996), ενσωματώθηκε(σελ.11-42),
συμπληρωμένη με νέα στοιχεία, η εν λόγω εργοβιογραφία του, δίνοντας έτσι τη
δυνατότητα να γίνει περισσότερο γνωστή, σ’ ένα ευρύτερο κοινό, αυτή η
πνευματική προσωπικότητα του τόπου μας. Μάλιστα, την παραπάνω αυτή έκδοση την
τίμησε, προλογίζοντάς την, ο Καθηγητής Λαογραφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Μ.
Γ. Μερακλής. Δυο χρόνια αργότερα, το
1998, ο Πέτρος Φουρίκης έμελλε να τιμηθεί πλέον και επίσημα, αφού με απόφαση
της δημοτικής αρχής, το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης και Ιστορίας του Δήμου Σαλαμίνας,
στεγάστηκε σε αίθουσα του νέου Δημαρχιακού Μεγάρου Σαλαμίνας, και φέρει, από τότε,
το όνομα αυτού του μεγάλου Σαλαμίνιου επιστήμονα.
Ο Πέτρος Φουρίκης όμως, δεν ήταν, φυσικά,
μια “μηχανή” που παρήγαγε επιστημονικό έργο, αλλά, πίσω από τον επιστήμονα,
υπήρχε ο καλλιεργημένος άνθρωπος, με την ξεκάθαρη συνείδηση και στάση ζωής κι ο
κοινωνικά ευαισθητοποιημένος πολίτης που ασχολήθηκε ακόμα και με την πολιτική. Με
αφορμή λοιπόν τη συμπλήρωση των 140 χρόνων από τη γέννησή του, σκεφτήκαμε να
προσεγγίσουμε τον άνθρωπο και πολίτη Πέτρο Φουρίκη και να αναδείξουμε, μέσα,
κυρίως, από τα δικά του γραπτά, κι αυτή την πλευρά του, γιατί πιστεύουμε ότι η
διεισδυτική κοινωνικοπολιτική ματιά του είναι πολλαπλά χρήσιμη κι επίκαιρη στις
μέρες μας.
Ξεκάθαρη συνείδηση
Ο Πέτρος Φουρίκης είχε ξεκάθαρη συνείδηση
της νησιώτικης – λαϊκής -αρβανίτικης καταγωγής του. Έτσι, και με την προτροπή
του καθηγητού του στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών - του μεγάλου
Έλληνα γλωσσολόγου Γεώργιου Χατζιδάκι, ασχολήθηκε, από τα φοιτητικά του χρόνια
ως και το τέλος της ζωής του, και με τα αρβανίτικα. Κι όλη του αυτή η
ενασχόληση, που κράτησε μια ζωή, έγινε χωρίς κανένα κόμπλεξ και χωρίς καμιά
δειλία! Παρότι δε η δραστηριότητά του αυτή ενόχλησε αρκετά τους εθνικιστικούς
κύκλους της εποχής του, εκείνος συνέχισε ακάθεκτος κι απαρασάλευτα το
ερευνητικό κι επιστημονικό καθήκον του, χωρίς την παραμικρή οπισθοδρόμηση.
Τέτοιο σθένος και στάση ζωής! Αρκεί απλά να σημειωθεί, ότι από τις (35)
δημοσιευμένες μελέτες του, στις 16, δηλαδή περίπου στο μισό έργο του(!),
αναφέρεται, με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο,
στους Αρβανίτες και στα αρβανίτικα!
Τονίζει ο ίδιος : «…Μια παροιμία λέει “όποιος δεν παινέψει το σπίτι του πέφτει και τον
πλακώνει”. Αλλά και κανένας άλλος δεν μπορεί να ξέρει καλύτερα το σπίτι του από
τον ίδιο τον νοικοκύρη…».2
Για να φτάσει, παρακάτω, στο εξής συμπέρασμα:
«…Η αλήθεια είναι πικρή, αλλά και σώζει
εκείνους που την αντικρύζουν ειλικρινά. Η δε ιστορία είναι πάντοτε ο πιο
μεγάλος υποστηρικτής της αλήθειας. Χαρά σε κείνον που την καλομεταχειρίζεται…».2
Κοινωνικά ευαίσθητος
Από τα μαθητικά και τα φοιτητικά του
χρόνια, ο Πέτρος Φουρίκης ανέπτυξε κοινωνική συνείδηση, δείχνοντας ενδιαφέρον
για τους φτωχότερους ανθρώπους και την ποιότητα ζωής τους κι
ευαισθητοποιούμενος για τα κοινωνικά προβλήματα. Η στάση του δε αυτή και η συμπαράστασή
του προς τους φτωχούς, τον οδήγησε, στα μαθητικά του χρόνια, και σε αυστηρές
κρίσεις για την μεγαλοαστική τάξη. Σώζεται, για παράδειγμα ένα κείμενό του (εντυπώσεις
μαθητού), που το έγραψε, το 1894, στην ηλικία των 16 ετών, κι αναφέρει τα εξής
: «…Προ πάντων δε οι παίδες των καλών οικογενειών,
από τους οποίους η πολιτεία περιμένει ωφέλειαν τινά, από τούτους πρέπει να
περιμένη βλάβην και καταστροφήν, διότι ούτοι είναι μάλλον ανήθικοι και κουφοί,
δια δε της ανηθικότητος αυτών καταστρέφουσι και το μικρόν σπέρμα ηθικής, όπερ
ενυπάρχει εις τα πτωχά και εκ μέσων οικογενειών παιδιά.».3
Ως ενήλικος κι ώριμος πλέον, ιδιαίτερα στα
τελευταία χρόνια της ζωής του, οι απόψεις του έχουν, πια, αποκρυσταλλωθεί :
«…Ψευτιά!
Είναι το αμετάβλητο “σήμα κατατεθέν” της κοινωνικής μας ζωής. Απ’ το μικρό σκολειό
ως το μεγάλο “το φλογερό καμίνι” εκείνο που εύρισκα πάντα μπροστά μου ήταν το
ψέμα. Στο σκολειό, στην εκκλησία, στο σπίτι, στο δρόμο, στην κοινωνία, στην
πολιτεία, στην πολιτική, στην φιλία, στην αγάπη, στον έρωτα, παντού η ψευτιά
χρυσοστολισμένη κάθεται στην καλλίτερη θέση…
…Τρέχω
στην εκκλησία, αυτή μου κλείνει τις πόρτες με τους τύπους και με την…ψευτιά, κι
αυτή πολιτικάντικη. Πάω στην Επιστήμη, μα κ’ εκείνη μου γυρίζει τις πλάτες,
γιατί της ζητώ φως, αλήθεια(!), ενώ αυτή έχει άλλη δουλειά! Καλοχτενίζει τα
μαλλιά της ψευτιάς για να την παρουσιάση πιο όμορφη στο…εμπόριο! Πάω στην
Πολιτεία! Α! Αυτή είναι κι αν είναι! Σ’ αυτήν η ψευτιά είναι θρονισμένη ανάμεσα
στους “ημετέρους” και στην “ κομματική σκοπιμότητα”. Κι από στιγμή σε στιγμή τ’
αλλάζει όλα με την πρόφαση να τα φτειάση καλλίτερα και… “κάνη καλά και συμφέροντα” στο κόμμα…
…Μα
όταν κανένας τα βάνει με τον αδερφό του, πως θέλεις να μη τα βάνη με το
γείτονα, με τον ξένο, με τον αλλοεθνή. Όταν με μάτια της ψευτιάς δεν βλέπει
παρά μόνον την Ύλην, το συμφέρον, πως θέλεις να διαβάση την ουράνια επιγραφή
“Αγαπάτε αλλήλους” ; Κι όταν δεν αγαπάει τον αδερφό του, γιατί τάχα ν’ αγαπήση
τους άλλους και μάλιστα κείνους, που δεν έχουν μαζί του παρά υλικές μονάχα
διαφορές;
Πόλεμος
λοιπόν απάντων καθ’ απάντων…».4
Την κοινωνική αυτή ευαισθησία του, ο Πέτρος
Φουρίκης, την έδειξε έμπρακτα, όταν, φοιτητής ακόμα - το 1898 - πρωτοστάτησε
στη δημιουργία ενός κοινωνικού σωματείου με την ονομασία «Ο εν Σαλαμίνι Σύνδεσμος Άγιος Λαυρέντιος». Οι σκοποί του συνδέσμου
ήταν πολυποίκιλοι, αλλά όλοι τους είχαν ως στόχο την κοινωνική και πνευματική
ανάπτυξη του νησιού.5
Λίγα χρόνια αργότερα, το 1904, ο Φουρίκης
διορίστηκε ελληνοδιδάσκαλος στο τριτοβάθμιο Ελληνικό Σχολείο της Σαλαμίνας και,
με τη νέα του αυτή ιδιότητα, εντατικοποίησε την κοινωνική δράση του. Σχετική
πράξη του Εποπτικού Συμβουλίου της Μέσης Εκπαίδευσης αναφέρει ότι : «…μετά ζήλου εξεπλήρωσε το καθήκον του και
εργάσθει φιλοτίμως υπέρ συστάσεως εν Σαλαμίνι αναγνωστηρίου, νυκτερινής Σχολής
και Γυμναστηρίου».6 Φαίνεται
όμως, πως, το αναγεννησιακό για το νησί εκπολιτιστικό του αυτό έργο, ενόχλησε
το κατεστημένο του καιρού του και τους συντηρητικούς κύκλους της Σαλαμίνας,
αφού είδαν να ανατρέπεται μια παγιωμένη κατάσταση από τις επαναστατικές, για
την εποχή, αυτές πρωτοβουλίες του νεαρού εκπαιδευτικού. Αντέδρασαν λοιπόν, όπως
αντιδρούν, και στις μέρες μας, όλα τα κατεστημένα : κατάφεραν να διώξουν, με
δυσμενή μετάθεση, τον Πέτρο Φουρίκη από τη Σαλαμίνα!
Διαβάζοντας κανείς το παρακάτω απόσπασμα - γραμμένο
το 1925 - από τη “Μεγαλοβδομάδα” του Φουρίκη, καταλαβαίνει πολύ καλά, αν και το
κείμενο έχει γραφτεί 20 σχεδόν χρόνια μετά την αποπομπή του, γιατί εκδιώχθηκε
αυτός ο άνθρωπος! Απολαύστε πως, με σκηνικό την περιφορά του επιταφίου, η πένα
του ακτινογραφεί, κυριολεκτικά, την κοινωνία :
«…Μοιάζει
σαν μια παρέλασι μορφών και χαρακτήρων, που μας διδάσκει πολλά από ’κείνα που
γίνονται στις μικρές κοινωνίες.
Πρώτος-πρώτος
περνούσε καθαροντυμένος και κορδωμένος ο δήμαρχος, φουσκωμένος από περιφάνεια,
γιατί αυτός σαν πιο έξυπνος κατώρθωσε να πατήση τα πιο καλά χτήματα του νησιού
κι από αδέκαρος έγινε με την τοκογλυφία, “τον τόκο ‘πιτόκου” και το “αστού
ντούα” πλούσιος, μεγαλοχτηματίας και δήμαρχος.
Κοντά
στο δήμαρχο, μα λίγο πιο πίσω απ’ αυτόν, περνάει ο ‘ρηνοδίκης και ο αστυνόμος,
που με τη στάσι τους εφαινόντουσαν σαν να ήθελαν να δείξουν πως ήξεραν ποιος
ήταν ο τρανός του τόπου, που μπορούσε μ’ ένα του γνέψιμο να τους “στείλη από
’κει πούρθαν κι ακόμη παραπέρα”.
Μαζί
μ’ αυτούς συμμαζεμένοι περνούσαν οι δασκάλοι του χωριού κ’ οι άλλοι δημόσιοι
υπάλληλοι, που με τα φτωχά και τριμμένα ρούχα τους έδειχναν πως δούλευαν σε
φτωχό ή αχαΐρευτο αφεντικό.
Απόκοντα
ερχόντουσαν οι άλλοι αρχόντοι του τόπου, ‘κείνοι που με την καπατσοσύνη τους
έγιναν νοικοκυραίοι με τοις πλάτες και τα χέρια αλλωνών, ‘κείνων που, αφ’ ου
τους φάγανε ως το κόκκαλο φαμελικώς, έρχονται να τους προστατέψουν και να τους
ευεργετήσουν τάχα!
Αυτοί
είναι οι μπακάληδες και οι ταβερνιαραίοι του τόπου, που αφ’ ου πήραν απ’ τον
γεμιτζή, τον τρατάρι και τον ΄λοτόμο όλη τη δούλεψι χρεώνοντας τα βερεσέδια δυο
τουλάχιστο φορές και ακριβά όσο ‘βάσταε η ψυχή τους.
Είναι
οι ίδιοι, που μεσ’ από τα μαγαζιά τους, που ‘μοιάζαν σαν λημέρια κλέφτικα,
παραμόνευαν να περάση κανένας περαστικός ή ταξιδιάρις για να τον φωνάξουν να
‘μπη μέσα να τον κεράσουν ένα κρασί για μουσαφιρλήκια, εν ω πραγματικά είχανε
σκοπό να τον γδύσουν μόλις έρθη στο κέφι και να του πουλήσουν το κιντινάρι για
μισή οκά.
Είναι
αυτοί οι ίδιοι, που ξεκίνησαν με μια νταμιτζάνα κρασί δανεικό, και τώρα με το
να πουλούν ξίκικα το ξιδάτο ή μισονερωμένο κρασί και με το να σερβίρουν τρεις
και τέσσεροις φορές το βιδάνιο στοις κεφιασμένες παρέες, έγιναν αφεντάδες,
ανακατέβονται στα πολιτικά, βγαίνουν δημοτικοί σύμβουλοι, έχουν γνώμη για όλα
τα ζητήματα, έχουν την αξίωσι να τους ακούη η Κυβέρνησι και ο Μητροπολίτης όχι
μονάχα στα μικρά, αλλά και στα μεγάλα ζητήματα.
Αυτοί,
αφ’ ου έκλεψαν την αγράμματη και ανοικοκύρευτη φτωχολογιά, έρχονται στοις καλές
μέρες και της δίνουν ξεκονόμησι για να περάση τοις εορτές και ύστερα θα της
δώσουν ξεκίνησι για το ταξίδι λίγα χρήματα, χρεώνοντας “με εικοσιτέσσερα τα
εκατό και τον τόκο μπροστά”.
Να
και οι παρτσινεβέληδες, οι εφοπλισταί της εποχής μας, αυτοί, που με τα
θαλασσοδάνεια και με τους ταχτικούς λογαριασμούς, που θυμίζουν το “τρεις στο
λάδι, τρεις στο ξύδι, έξι στο λαδόξυδο” μένοντας στο νησί εφρόντιζαν μονάχα να
σημειώνουν την ημέρα που έφευγε και που γύριζε η σαραβαλισμένη μπρατσέρα τους
για να ‘λέγξη τον καπετάνιο του καϊκιού, γιατί άργησε και δεν έφερε πολύ
μερτικό, εν ω το καΐκι του καπετάν Προκόπι έκανε δυο ταξίδια στον ίδιον καιρό.
Σκλάβοι
αλευτέρωτοι οι δυστυχισμένοι ναύτες ώργωναν τη θάλασσα και ριζικάρανε την ζωή
τους με την ελπίδα να ‘κονομήσουν το ξερό ψωμί των παιδιών τους. Μόνη τους
παρηγοριά για τα γεράματα ήσαν οι δεκαπεντέμιση δραχμές του Απομαχικού Ταμείου!
Αυτοί
με τους ‘λοτόμηδες, τους τραταραίους και την άλλη φτωχολογιά είναι “οι πτωχοί
τω πνεύματι και καθαροί τη καρδία” που ακολουθούνε τους πρώτους, όπως τα πρόβατα
τον τσοπάνη, που τους παίρνει το γάλα, το μαλλί και στο τέλος και το τομάρι.
Είναι
‘κείνοι για τους οποίους ο Θεός δέχτηκε να γίνη άνθρωπος, να υποφέρη και στο
τέλος να σταυρωθή ανάμεσα σε κακούργους.».7
Δημοκρατικός και δημοτικιστής
Ένας ανήσυχος και μαχητικός πολίτης σαν τον
Φουρίκη δε θα μπορούσε παρά να ασχοληθεί και με την πολιτική. Και πράγματι, σαν
βαθιά δημοκράτης και αντιμοναρχικός που ήταν, έβαλε - το 1929 - υποψηφιότητα
για γερουσιαστής με το «Κόμμα Φιλελευθέρων» του Ελευθέριου Βενιζέλου, στο
συνδυασμό Αττικοβοιωτίας. Δεν εκλέχτηκε και δεν ξέρουμε αν θα “άντεχε” κιόλας
την αστική πολιτική σκηνή και τα τερτίπια της, αυτός ο ιδεαλιστής, που πάντα
αναφερόταν στην «ακηδίαν του κράτους και
τον αβδηριτισμόν των κρατουμένων» Έγραφε δε, με αφορμή μια μελέτη του για
τον “Άγιο Νικόλα στα Λεμόνια” , τα εξής : « …το
κράτος επιμελώς μεν εφρόντιζε να διαλύη τας μονάς, ως αποτελούσας πολυτέλειαν
διά το αρτισύστατον και πτωχόν βασίλειον, αλλά τας μεν κινητάς περιουσίας
εκείνων επώλει αντί ευτελεστάτου ποσού, τας δε ακινήτους παρεχώρει εις
διαφόρους ευνοουμένους αντί ουδενός ή ελαχίστου αντισηκώματος και ούτω έθετε
ασφαλείς τας βάσεις διά την ανάπτυξιν των τάξεων των ημετέρων της σήμερον.».8
Ο αείμνηστος Δημήτρης Πάλλας, στη νεκρολογία
του για τον Πέτρο Φουρίκη, αναφέρει ότι : «Ελεύθερος
στις ιδέες γράφει κάπου : “Δούλευα κ’ εγώ τότες μπιστά στον κλασσικισμό και
στην προγονοπληξία, που δεν μας άφηνε να ιδούμε πιο πέρα απ’ τη μύτη μας.”».9 Πρέπει, στο σημείο αυτό,
να σημειώσουμε ότι ο Πέτρος Φουρίκης ήταν δημοτικιστής. Αν και ξεκίνησε να
γράφει στην καθαρεύουσα, στην οποία και δημοσίευε τις επιστημονικές μελέτες
του, πέρασε, από τα μέσα της δεκαετίας του ’20, τουλάχιστον στα εκλαϊκευμένα
άρθρα του, στη χρήση της δημοτικής. Το απόσπασμα από τη «Μεγαλοβδομάδα», που αναδημοσιεύουμε παραπάνω, είναι χαρακτηριστικό
κι, εξάλλου, δεν είναι τυχαίο, ότι ο Φουρίκης δημοσίευσε, στη δημοτική, μιαν
άλλη εργασία του – «Τα καλαμαροχτάποδα»10, στο περιοδικό του Κωστή
Μπαστιά, τα «Ελληνικά Γράμματα»11, το οποίο, λόγω της
προσήλωσής του στη δημοτική γλώσσα, είχε χαρακτηριστεί, από συντηρητικούς
κύκλους της εποχής, ως “μαλλιαροκομμουνιστικό όργανο” και είχε αποκληθεί
“Μαλλιαρικά Γράμματα”!12
“Επιτάφια χλόη”
Τελικά τι ήταν ο Πέτρος Φουρίκης ; Ήταν
ένας σημαντικός επιστήμονας ; Ήταν ένας κοινωνικά ευαίσθητος άνθρωπος ; Ήταν
ένας δημοκρατικός και προοδευτικός πολίτης ; Ήταν ένα πρωτοποριακό πνεύμα, ένας
ιδεαλιστής κι οραματιστής της εποχής του ; Είναι όλα αυτά, ενταγμένα, στον
συνοπτικά διατυπωμένο χαρακτηρισμό του Καθηγητή Δημήτρη Πάλλα για τον Φουρίκη :
«Είναι ο πρώτος πνευματικός
άνθρωπος του τόπου μας»!
Στη νεκρολογία του, ο Δ. Πάλλας ανέφερε
τότε (το 1936) με πικρία : «Είναι ατύχημα
ότι δεν φροντίσαμε να τον χρησιμοποιήσουμε για χάρη του τόπου μας. Μας δέρνει η
παληά κατάρα του ατομισμού από την εποχή του Άϊ – Λαυρέντη.»!13 Έπρεπε να περάσουν
αρκετές δεκαετίες(!) από τότε, για να τιμηθεί, μετά θάνατον(!), επίσημα, από
τον τόπο του ο Φουρίκης! Κάλλιο αργά παρά ποτέ, όπως λένε! Νομίζουμε όμως ότι
εκκρεμεί και κάτι ακόμα. Το ‘χει πρωτοδιατυπώσει, από το 1936, ο Δημήτρης
Πάλλας :
«…Νομίζω,
ότι εκφράζω την σκέψη όλων αν μου επιτραπή να διατυπώσω την ευχή να φροντίσουμε
για την “επιτάφια χλόη”. Θα είναι τούτο δείγμα πολιτισμού. Θα επρότεινα λοιπόν
να γίνη μια επιτροπή με εράνους ν’ αναλάβη να του ετοιμάση ένα απλό αλλά
καλλιτεχνικό μνήμα με ανάγλυφη μαρμάρινη την προτομή του και η Κοινότης να
ψηφίση την παραχώρηση ευρύχωρης έκτασης γύρω από τον τάφο του και να την
δεντροφυτέψη. Εκεί ν’ αναπαύεται “στους ίσκιους” κάτω από τον ψίθυρο των φύλλων
που “το μυρωμένο τ’ αγέρι” θα του στέλνη μαζί με κανένα σφύριγμα πουλιού –
μηνύματα από τη γη, που μεσ’ στο έργο του της έδωσε πνοή.».14
Δυστυχώς – από το 1936, που εγράφησαν τα
ανωτέρω από τον Καθηγητή Δ. Πάλλα - η
επιτάφια χλόη του παραμένει αφρόντιστη! Στις φωτογραφίες (του υποφαινόμενου)
φαίνεται ο τάφος του Π. Φουρίκη το 2006, στην ασπρόμαυρη (από το βιβλίο του
Π.Ι. Φιλίππου – αγγέλου «Πέτρος Αν. Φουρίκης - Ανάλεκτα») το 2017 και στην
έγχρωμη (του υποφαινόμενου), ο τάφος του ( χωρίς το όνομά του) πολύ πρόσφατα
στις 7/5/2018…
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1)
“Ο
ΠΡΩΤΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΜΑΣ” :Έτσι έχει χαρακτηρίσει τον Π.
Φουρίκη ο αείμνηστος Σαλαμίνιος, Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Δημήτριος
Ι. Πάλλας(1907-1995). Βλ. Δ. Πάλλα “Νεκρολογία Π. Φουρίκη”(“Σαρωνική Πνοή”,
τεύχος 5(1936) σελ. 85-89 & αναδημοσίευση : Πέτρου Φουρίκη, Γάμος και
Γαμήλια Σύμβολα στη Σαλαμίνα, εκδ. ΘΑΜΥΡΙΣ, Αθήνα 1996, σελ. 43-49).
2)
Βλ. Π.
Φουρίκη, Καρναβάλια, περιοδικό «Μπέσα», τεύχος 18, Δεκέμβριος 1991, σελ.
671-672.
3)
Βλ. Π.
Φουρίκη, Γάμος και Γαμήλια σύμβολα στη Σαλαμίνα, σελ. 13.
4)
Βλ. Π.
Φουρίκη, Χριστούγεννα(επιμέλεια Τ.Π. Καραντή), εφημ. «Η Νέα Σαλαμίνα», αριθμ.
φύλλου 75, Δεκέμβριος 1995, σελ. 1,5,7.
5)
Περισσότερα
για τη συγκεκριμένη δράση του Π. Φουρίκη βλ. : Τάσος Π. Καραντής, Ο εν Σαλαμίνι
Σύνδεσμος Άγιος Λαυρέντιος, εφημ. «Η Νέα Σαλαμίνα», αριθμ. φύλλου 102, Μάρτιος
1998, σελ. 12.
6)
Βλ. Π.
Φουρίκη, Γάμος και Γαμήλια σύμβολα στη Σαλαμίνα, σελ. 14.
7)
Βλ. Π.
Φουρίκη, Μεγαλοβδομάδα, Ημερολόγιο Μεγάλης Ελλάδος, 1926, σελ. 451-467.
8)
Βλ. Π.
Φουρίκη, Ο Άγιος Νικόλαος της Σαλαμίνος, Ημερολόγιο Μεγάλης Ελλάδος, 1924, σελ.
121-141 και αναδημοσίευση : «Η Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου Λεμονίων, το
παλαιομονάστηρον Αγίου Νικολάου και το ναύδριον Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου,
εκδ. Ι.Μ. Αγίου Νικολάου Σαλαμίνος, Σαλαμίνα 1994.
9)
Βλ.
ό.π. σημ. (1), σελ. 44.
10)
Τα
«Καλαμαροχτάποδα» αναδημοσιεύτηκαν, σε επιμέλεια του γράφοντα, στη «Νέα
Σαλαμίνα», αριθμ. φύλλου 77, Φεβρουάριος 1996, σελ. 9 & 11 και αριθμ.
φύλλου 78, Μάρτιος 1996, σελ. 7.
11)
Βλ. Π.
Φουρίκη, Τα καλαμαροχτάποδα. Σαν παραμύθι – παρατηρήσεις ενός ψαρά, Ελληνικά
Γράμματα, 1928, φύλλο 1-2, σελ. 9-13 και φύλλο 3, σελ. 81-83.
12)
Βλ.
Λάμπρος Βαρελάς, Ελληνικά Γράμματα(1927-1930), εκδ. University Studio
Press, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 13-18.
13)
Βλ.
ό.π. σημ.(1), σελ. 44.
14)
Βλ.
ό.π. σημ.(1), σελ. 48-49.