Το ρουσφέτι ως ισχυρή ιδιομορφία της ελληνικής κοινωνικοπολιτικής ζωής


ΡΟΥΣΦΕΤΙ (ΤΟ)
 (λέξη αραβική) στη δημοτική και ροσφέτι, δωροδοκία / κυβερνητική χαριστική παροχή προς φίλον τού κρατούντος κόμματος / κατ' επέκτασιν οιαδήποτε χάρις, εκδούλευσις

[Μέγα Λεξικόν Όλης της Ελληνικής Γλώσσης Δ. Δημητράκου, Τόμος 12, σελ.6433, Εκδόσεις Δομή, 1964]


Το ρουσφέτι είναι απενοχοποιημένο στην ελληνική πολιτική ζωή, ήδη από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους (από την εποχή του Ιωάννη Κωλέττη δηλαδή). Θεωρείται ως ένας «ζωντανός» τρόπος επικοινωνίας, ανάμεσα στον πολίτη και τον πολιτικό, και παρά τα εκσυγχρονιστικά «εμπόδια», που μπορεί να τίθενται ή να νομοθετούνται από καιρού εις καιρόν, δεν παύει, ως έννοια και πράξη, να «δουλεύει» και να αποδίδει, εκμεταλλευόμενη κάθε φορά τις όποιες συγκυρίες και τα ανάλογα «παράθυρα».

 

Ρουσφέτια γίνονται σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής, αφορούν, στην πρωταρχική φάση τους, σε δύο πρόσωπα, και δεν είναι απαραίτητο το ένα από τα δύο να είναι πάντα πολιτικός. Αρκεί να μεσολαβεί κάποιος που έχει τη δύναμη, και που μπορεί να καταφέρει το ένα ή το άλλο, για λογαριασμό ενός αδυνάτου.

 

Άρα το ρουσφέτι, η πραγματοποίηση δηλαδή ενός ρουσφετιού, είναι επίδειξη ισχύος, απ' αυτόν που αναλαμβάνει να το διεκπεραιώσει, ενώ ως στοιχείο «εξυπνάδας», «ικανότητας», «προνοητικότητας», «καπατσοσύνης» κ.λπ. προβάλλεται και από τον «αδύναμο», ο οποίος μπορεί έτσι να επαίρεται για τις... γνωριμίες του.

 

Φυσικά δεν ικανοποιούνται όλες οι απαιτήσεις για ρουσφέτια. Πολλές φορές οι υποσχέσεις είναι ψεύτικες, οι εκδουλεύσεις δεν γίνονται, και οι «αδύναμοι» βρίσκονται στη δύσκολη θέση να κάνουν συλλογή από... μπιλιέτα διορισμών, οι οποίοι ποτέ δεν έρχονται. Θυμηθείτε την διασκεδαστική κινηματογραφική σκηνή με τον ηθοποιό Νίκο Φέρμα και τον βουλευτή Καλοχαιρέτα (της ιστορικής ατάκας «ετελείωσε»), στην έξυπνη σάτιρα του Ντίνου Δημόπουλου «Φτώχεια και Αριστοκρατία (Στουρνάρα 288)» από το 1959.


«Κάναμε ρουσφέτια. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία. Έκαναν όλοι ρουσφέτια. Υπήρχε μια εποχή, εγώ ας πούμε, το 1951, έκαμα τα περισσότερα ρουσφέτια και φυσικά διόριζα. Διόριζα όσους ήθελα. Είχα άνεση να διορίσω. Ακόμα και στην κυβέρνηση της Ενώσεως Κέντρου κάναμε ορισμένους διορισμούς, αλλά κάναμε επιλογές. Εμείς δεν βάλαμε σκάρτους ανθρώπους.(...) Παρεξηγημένη έννοια και το ρουσφέτι. Γιατί δηλαδή, όταν προστατεύεις κάποιον φτωχό, άνθρωπο που δεν έχει υπό τον ήλιο μοίρα, ταλαίπωρο, για να βρει το δίκιο του, γιατί κάνεις κακό δηλαδή, δεν το καταλαβαίνω αυτό το πράγμα. Μπορεί το ρουσφέτι να είναι και άδικη πράξη, μπορεί, αλλά στις 9% των περιπτώσεων δεν είναι (σ.σ. προφανώς ο ομιλών εννοούσε στο 90% ή και στο 99% των περιπτώσεων). Πας να βοηθήσεις κάποιον».
[Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, στον Αλέξη Παπαχελά, στον ΣΚΑΪ]

 

Κων. Μητσοτάκης: Έχω κάνει πολλά ρουσφέτια, δεν είναι κακό

 

Το ρουσφέτι προβάλλεται από τινες πολιτικούς και ως... θεάρεστη πράξη. Ως ένας τρόπος να απαλύνεις μια γενικευμένη δυστυχία –για την οποία δεν είναι ανεύθυνος ο πολιτικός–, δια της ευνοϊκής μεταχείρισης καθενός ξεχωριστά, καταλύοντας έτσι κάθε έννοια αξιοκρατίας. Αν, τώρα, το ρουσφέτι «δουλέψει» ο ευεργετών ανταποδίδει μέσω της ψήφου του το «ευχαριστώ» στον πολιτικό, ο οποίος πολιτικός ισχυροποιεί, τοιουτοτρόπως, την εκλογική του πελατεία. Δημιουργείται, δηλαδή, το λεγόμενο «πελατειακό σύστημα».


Ρουσφέτια διεκδικούν να πραγματώσουν όχι μόνον οι βουλευτές και οι πολιτευτές τής εκάστοτε συμπολίτευσης, μα και της αντιπολίτευσης. Κατά βάση μια «καλή γνωριμία» δεν πέφτει ποτέ σε δυσμένεια, και μπορεί να δράσει κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Το κράτος εξάλλου... έχει συνέχεια. Όσα από «τα δικά τους παιδιά» δεν ικανοποιηθούν σε τελευταία ανάλυση, μπορεί αύριο να μετατραπούν σε «δικά μας». Οι ρόλοι εναλλάσσονται πολύ εύκολα, καθώς η προσδοκία ενός ρουσφετιού αποδεικνύεται ισχυρότερη από άλλα θέματα, που μπορεί να σχετίζονται με την αξιοπρέπεια, την ηθική κ.λπ.

 

Άλλες ειδικές περιπτώσεις νομότυπων ή μη ρουσφετιών, συνήθως πιο μεγάλης κλίμακας, ήταν οι πάλαι ποτέ μαζικοί προεκλογικοί διορισμοί, όπως και οι λεγόμενες «φωτογραφικές διατάξεις». Διατάξεις οι οποίες ισχύουν κάποια δεδομένη χρονική στιγμή, επωφελούνται ορισμένοι, και μετά ενδεχομένως σταματάνε να ισχύουν. Όμως εκεί το θέμα είναι πολύ πιο σύνθετο και δεν σχετίζεται με το παραδοσιακό δούναι και λαβείν, ανάμεσα σ' έναν πρόθυμο πολιτικό και τον απλό ψηφοφόρο.

 

Παρακάτω σκανάρουμε δέκα έγγραφα απαιτήσεων ρουσφετιών, από πολιτικούς όλων των κυβερνήσεων (συντηρητικών και κεντρώων) από τις δεκαετίες του '50 και του '60, έτσι όπως αυτά καταγράφονται στο βιβλίο «Ρουσφετολογικά Σημειώματα / Ιδέες για Συλλογές, αριθ.6» [Εκδόσεις Συλλογές – Αργύρη Βουρνά, Αθήνα 2006]. Η μόνη μας παρέμβαση αφορά στην κάλυψη των ονοματεπωνύμων των ιδιωτών...

 

1.

Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή (ΕΡΕ) Μάιος 1958 – Σεπτέμβριος 1961.





Ο Επί των Εξωτερικών υπουργός Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας, το 1959, ενδιαφέρεται για τον διορισμό, ως φύλακα σε φυλακή, ενός... εξαιρετικού παιδιού, φτωχού και προστάτη πολυμελούς οικογενείας.

 

2.

Κυβέρνηση Αλέξανδρου Παπάγου (Ελληνικός Συναγερμός) Νοέμβριος 1952 – Οκτώβριος 1955.




Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ως υπουργός Εθνικής Αμύνης, το 1954, ενδιαφέρεται για τον διορισμό δασκάλας και μάλιστα σε συγκεκριμένη περιφέρεια, που τυγχάνει προστάτις οικογενείας, διαθέτοντας το επιπλέον προσόν τού θύματος των... συμμοριτών.

 

3.

Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή (ΕΡΕ) Μάιος 1958 – Σεπτέμβριος 1961.




Ο βουλευτής Κερκύρας της ΕΡΕ, Σπύρος Θεοτόκης, ενδιαφέρεται κι αυτός να διορίσει φύλακα σε φυλακή...

 

4.

Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή (ΕΡΕ) Μάιος 1958 – Σεπτέμβριος 1961.




Ο Αχιλλέας Καραμανλής, ως διευθυντής του ιδιαιτέρου γραφείου τού Προέδρου της Κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Καραμανλή θέλει να διορίσει, ξανά σε φυλακές, ακόμη δύο άτομα. Όπως αντιλαμβάνεστε οι θέσεις σε φυλακές ήταν περιζήτητες εκείνη την εποχή, στις τάξεις των εθνικοφρόνων.

 

5.

Ο στρατηγός και αρχηγός του ΕΔΕΣ Ναπολέων Ζέρβας ενδιαφέρεται για υποψήφιο οδοντίατρο.



 

Ήταν... άριστος νέος, από οικογένεια «ολοκαυτωμένη» στον «εθνικό αγώνα», είχε γράψει καλά στις εξετάσεις, αλλά ήθελε κι ένα... σπρωξιματάκι, για να σιγουρευτεί πως θα καθίσει στα πανεπιστημιακά έδρανα.

 

6.

Υπηρεσιακή κυβέρνηση Ιωάννη Παρασκευόπουλου (ΕΡΕ, Ένωσις Κέντρου) Δεκέμβριος 1966 – Απρίλιος 1967.




Ο Αθανάσιος (Νανάς) Τσαλδάρης, ως βουλευτής Αθηνών της ΕΡΕ, ζητά από τον διευθυντή τής ESSO PAPPAS να βολέψει... άξιο πρόσωπο.

 

7.

Κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου (Ένωσις Κέντρου) Φεβρουάριος 1964 – Ιούλιος 1965.




Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ως Υπουργός Οικονομικών, απευθύνεται στον Ελληνικοαμερικανό επιχειρηματία, και βασικό παράγοντα της τότε οικονομικής ζωής, Τομ Πάππας, προκειμένου να προσληφθεί ένας συγκεκριμένος νομικός σύμβουλος στην ESSO PAPPAS...

 

8.

Κυβέρνηση Αλέξανδρου Παπάγου (Ελληνικός Συναγερμός) Νοέμβριος 1952 – Οκτώβριος 1955.




Ο Υπουργός-Γενικός Διοικητής Βορείου Ελλάδος Ανδρέας Στράτος, το 1953, απευθύνεται στον φίλο του Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Κωνσταντίνο Καλλία, προκειμένου μια δασκάλα να μην διορισθεί όπου κι όπου, μα στον Λαγκαδά...

 

9.



 

Αν και έχουμε κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή (ΕΡΕ) από τον Μάιο του 1958 έως τον Σεπτέμβριο του 1961, ο Γεώργιος Παπανδρέου (ως συναρχηγός του Κόμματος Φιλελευθέρων) απευθύνεται σε υπουργό τής ΕΡΕ, προκειμένου να βολέψει... φιλότιμο και εργατικό νέο στις φυλακές Ηρακλείου.

 

10.



 

Πάλι επί κυβερνήσεως ΕΡΕ (1958-1961) ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης (βουλευτής Χανίων, τότε, με το Κόμμα Φιλελευθέρων) ενδιαφέρεται για την προαγωγή, και όχι για τον διορισμό, δύο φυλάκων, στις φυλακές Αγυιάς-Χανίων – εκ των οποίων ο ένας είχε και... γραμματικές γνώσεις. (Προφανώς ο άλλος θα ήταν αγράμματος, αν και ούτε εκείνος θα έχασε...).

 

Lifo.gr