γράφει η Κατερίνα Π. Κοφινά
Οι περισσότεροι από τους πελάτες το είχαν δει. Η αχνή φιγούρα ενός ηλικιωμένου εμφανιζόταν αρκετά συχνά στους χώρους. Αν και το κτίριο που στεγαζόταν το Φυσικοθεραπευτήριο ήταν χτισμένο λίγο καιρό, η τοποθεσία ήταν εκείνη που στα αρχαία χρόνια υπήρχε εκεί ένα νεκροταφείο. Όλα τα σπίτια που αναγέρθηκαν κάτω από τον λόφο , σε όλη την περιοχή, βρήκαν αρχαίους τάφους. Και αρχαιολογικά ευρήματα.
Οι αξιόλογοι τρεις Φυσιοθεραπευτές είχαν αρκετή δουλειά και μεγάλη πελατεία. Ήταν πολύ καλοί σε αυτό που έκαναν , και φρόντιζαν όλους τους πελάτες τους με αγάπη και ευγένεια. Όμως το ότι οι πελάτες ανέφεραν πως έβλεπαν ένα φάντασμα εκεί τους είχε θορυβήσει. Βέβαια στην αρχή δεν το είχαν πιστέψει. Μέχρι την στιγμή που ο ένας τους ,ένα απόγευμα που ήταν στο γραφείο του, το είδε. Η μορφή ενός γέρου που κρατούσε μπαστούνι τον κοιτούσε περίεργα ούτε ένα μέτρο απόσταση από εκείνον. Η πρώτη του αντίδραση ήταν να κάνει το σταυρό του. Εκείνη την ώρα δεν είχαν καθόλου πελάτες. Ο χώρος ήταν ήσυχος χωρίς το θόρυβο που έκαναν τα μηχανήματα οι τις κουβέντες που αντάλλασαν οι άνθρωποι με τους γιατρούς.
Ο Δημήτρης τον κοίταξε. Ο γέρος φορούσε ρούχα του προηγούμενου αιώνα. Μια τραγιάσκα στα άσπρα του μαλλιά και είχε σκοτεινό βλέμμα.
-Τι θέλεις; Τον ρώτησε.
-Την ηρεμία μου. Δε σας θέλω εδώ. Είναι το σπίτι μου από κάτω.
Του απάντησε άγρια και χάθηκε από μπροστά του. Ο νεαρός άνδρας σηκώθηκε από το γραφείο και βημάτισε προβληματισμένος πέρα , δώθε. Εκείνη την ώρα χτύπησε το κουδούνι και ο πρώτος πελάτης μπήκε μέσα. Προς στιγμή το περιστατικό ξεχάστηκε. Αλλά την επόμενη ημέρα το πρωί ένας πελάτης παραπονέθηκε πως τον χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα από ένα μηχάνημα. Οι τρεις Φυσιοθεραπευτές το κοίταξαν και μάλιστα έφεραν ηλεκτρολόγο μη τυχόν κάπου είχε απώλεια. Όμως το μηχάνημα δεν είχε τίποτα.
Το ίδιο απόγευμα που ο άλλος γιατρός ,ο Νίκος καθόταν και έπινε τον καφέ του αισθάνθηκε ένα δυνατό χτύπημα στα πλευρά του. Γύρισε απότομα το κεφάλι του και είδε το φάντασμα που τον κοιτούσε όλο θυμό. Τον είχε χτυπήσει με το μπαστούνι του. Φαινόταν ξεκάθαρα πως δε τους ήθελε εκεί.
-Το είπα και στον άλλο. Τον νεαρό. Φύγετε. Δε σας θέλω στο σπίτι μου. Θα σας κάνω μεγάλο κακό.
Του είπε και σήκωσε το μπαστούνι του όρθιο. Το φάντασμα του γέρου δεν αχνοφαινόταν όπως πιο παλιά. Φαινόταν καθαρά πως μέρα με τη μέρα, μήνα με το μήνα γινόταν μια αλλαγή στη φιγούρα του. Σα να έπαιρνε σάρκα και οστά. Γινόταν αληθινός και αυτό ήταν το πιο τρομακτικό.
-Μα…Δε μπορούμε να φύγουμε; Είναι η δουλειά μας εδώ. Το Φυσικοθεραπευτήριο μας δε μπορεί να πάει αλλού. Του απάντησε εκείνος.
-Θα υποστείτε τις συνέπειες τότε.
Απάντησε το φάντασμα και εξαφανίστηκε από εμπρός του. Ο Νίκος πονώντας ακόμα από το χτύπημα στα πλευρά του αποφάσισε να μιλήσει στους δυο άλλους συνεργάτες του τον Δημήτρη και την Άλμπα. Δυο μέρες μετά που ήταν αργία μιλούσαν οι τρεις τους στο γραφείο.
-Έχουμε μπλέξει. Έχουμε ένα χρόνο που ήρθαμε εδώ και με αυτό το φάντασμα πολύ φοβάμαι πως θα χρειαστεί να φύγουμε. Δε μπορώ να πάρω στο λαιμό μου τους πελάτες. Αν γίνει κανένα ατύχημα θα βρούμε τον μπελά μας. Τους είπε ο Νίκος σοβαρά.
-Εγώ είμαι της άποψης να ψάξουμε να βρούμε τον τάφο του. Από κάτω μας είναι το υπόγειο. Εδώ είναι κάπου θαμμένος. Τον βγάζουμε κάνουμε και ένα τρισάγιο και τελειώνουμε. Είπε η Άλμπα και γέλασε.
-Και τι θα πούμε στον ιδιοκτήτη; Πως στο υπόγειο είναι θαμμένος ένας γέρος που μας τρομοκρατεί; Και ότι θα σκάψουμε να τον βρούμε; Σύνελθε κορίτσι μου. Αυτά δε γίνονται. Της είπε ο Δημήτρης.
-Τότε θα αναγκαστούμε να βρούμε άλλη στέγη. Θα ψάξω από σήμερα. Και ας ελπίσουμε πως θα βρούμε γρήγορα άλλο μέρος. Τους είπε ο Νίκος.
Την επόμενη εβδομάδα το Φυσικοθεραπευτήριο είχε πολύ κόσμο. Τα κρεβάτια ήταν σχεδόν όλα γεμάτα και οι τρεις τους δεν έπαιρναν ανάσα. Τα μηχανήματα δούλευαν στο φουλ. Άλλοι πελάτες είχαν καλώδια στα πόδια. Άλλοι στα χέρια. Άλλοι στον αυχένα. Η Άλμπα έκανε μασάζ σε μια κυρία στη μέση της. Απέναντι της υπήρχε ένας κύριος που είχε πρόβλημα στο ισχίο του. Ήταν γεμάτος καλώδια όταν σε μια στιγμή έπιασε φωτιά. Με τα πρώτα ουρλιαχτά που βγήκαν από το λαρύγγι του, Η Άλμπα πετάχτηκε σα τρελή και πήρε τον πυροσβεστήρα , ο Νίκος και ο Δημήτρης ήρθαν δίπλα της και ο πελάτης συνέχιζε να ουρλιάζει. Αυτό που δεν έβλεπαν όλοι τους ήταν το φάντασμα που έριχνε αναμμένα κάρβουνα στον άτυχο άντρα με ένα χαιρέκακο χαμόγελο που φανέρωνε τα σάπια του δόντια.
Κατάφεραν να σβήσουν τη φωτιά , αλλά ο άντρας είχε καεί από την μέση και κάτω. Το ασθενοφόρο που ήρθε τον παρέλαβε αναίσθητο. Οι τρεις Φυσιοθεραπευτές έδιωξαν όλους τους πελάτες και έμειναν μόνοι τους , προσπαθώντας να βάλουν σε τάξη τα συναισθήματα και τα γεγονότα.
Τις επόμενες ημέρες το ιατρείο έκλεισε γιατί με το ατύχημα είχε έρθει η αστυνομία και εμπειρογνώμονες για να καταλήξουν στο πως έπιασε η φωτιά. Δε βρήκαν τίποτα. Το μηχάνημα δεν είχε καμία βλάβη. Όμως αυτό το γεγονός είχε σα συνέπεια οι πελάτες να αραιώσουν. Οι τρεις Φυσιοθεραπευτές τα είχαν χαμένα. Μετά από δυο μέρες και οι τρείς τους είχαν πάει να καθαρίσουν τους χώρους του ιατρείου.
Και τότε ήταν που ο Νίκος παρατήρησε μια σκιά στον τοίχο πίσω από το γραφείο του. έκλεισε παράθυρα και πόρτες και άναψε το φως. Η σκιά ήταν εκεί. Σα κάτι να είχε ποτίσει το τοίχο. Ίσως υγρασία; Αναρωτήθηκε. Φώναξε το Δημήτρη και την Άλμπα. Το είδαν και αυτοί. Η Άλμπα όμως ήταν αυτή που είπε ότι το φάντασμα ίσως να ήταν εκεί χτισμένο. Ο Τοίχος αυτός αναγέρθηκε κολλητά με ένα παλιό χτίσμα που ήταν από κάποιο σπίτι. Ο ιδιοκτήτης σκέφτηκε να μη τον καταστρέψει, αλλά να βάλει τις κολόνες της πολυκατοικίας αριστερά και δεξιά και να χτίσει. Ήταν πολύ πιθανό ο γέρος να είχε πεθάνει η δολοφονηθεί στο παλιό σπίτι που σίγουρα ήταν κάτω από νέα οικοδομή. Η Άλμπα τους είπε να σκάψουν εκεί ακριβώς. Αν τον έβρισκαν θα τελείωναν και τα βάσανα τους. Πήραν λοιπόν καλέμι και σφυρί και μια βαριοπούλα και άρχισαν να σπάνε το μπετό. Όσο προχωρούσαν κάνοντας μια τρύπα αναδύθηκε στο χώρο μια μυρωδιά σαπίλας. Κάλυψαν τις μύτες τους με αηδία.
-Εδώ είναι. Είμαι σίγουρη.
Φώναξε η Άλμπα. Οι τρείς τους σκονισμένοι και κουρασμένοι από την προσπάθεια άρχισαν με περισσότερη δύναμη να σπάνε και να τρυπάνε. Ώσπου φάνηκε ένα κεφάλι και μετά δυο χέρια, που κρατούσαν μια μαγκούρα σφικτά ,και το υπόλοιπο σώμα ενός σκελετού. Είχαν βρει το φάντασμα του Φυσικοθεραπευτηρίου. Πήραν μια ανάσα και χαμογέλασαν. Αλλά δε πρόλαβαν. Δυο κοκαλιασμένα χέρια δυνατά σα μέγγενη τους έπιασαν και τους τράβηξαν μέσα στη τρύπα. Τα ουρλιαχτά τους γέμισαν το χώρο.
Την επόμενη μέρα ο ιδιοκτήτης δεν βρήκε ίχνος από τους τρεις Φυσιοθεραπευτές. Η τρύπα είχε κλείσει μόνη της και παντού επικρατούσε ηρεμία. Τίποτα δεν έδειχνε την φρίκη που είχε εξελιχθεί σε εκείνο το γραφείο. Μετά από μήνες ο χώρος νοικιάστηκε από μια οικογένεια. Εκείνοι έβαψαν όλα τα δωμάτια. Σε εκείνο του γραφείου υπήρχαν κάποιες αχνές σκιές. Τέσσερις στο σύνολο.
Αφιερωμένο στον αγαπημένο μου φυσιοθεραπευτή Νίκο και τους συνεργάτες του.
*η Κατερίνα Π. Κοφινά είναι συγγραφέας